Αναρτήσεις

Έφυγε κι΄ο κυρ-Πέτρος...

Εικόνα
Έφυγε ο κυρ-Πέτρος... Από τις τελευταίες χαρακτηριστικές φιγούρες της Καλλονής, ενεργό μέλος της κοινότητας, με έντονη παρουσία, δραστήριος έως το τέλος... Τί περιγράφει έναν άνθρωπο...; Η φωνή πρώτα-πρώτα... Μετά μια χειρονομία κι΄ένα βάδισμα... μια συνήθεια, και τέλος... η στάση του απέναντι στη ζωή... Στην φωτογραφία είναι το κατοικιό του, στης Κόρης τον Πύργο. Τίποτε δεν μένει ίδιο... Χάνεται ο άνθρωπος, φεύγει απ΄ το φώς, αλλάζει και όλο το τοπίο...

Στους μύλους, στην Καλλονή...

Εικόνα
 Μεταποίηση ης ντόπιας παραγωγής ακριβώς στο κέντρο των εύφορων χωραφιών, ανάμεσα στο χώμα το στηλωμένο με κόπο, το συγκρατημένο να μη φύγει στην θάλασσα. Θαυμαστά κτίσματα, διαφορετικά και τα τρία μεταξύ τους, με άλλον τρόπο φτιαγμένα, με άλλη εργονομία, με ίδιον, όμως σκοπό. Μετά, το πλατύ χωράφι, αλάνα θα το λέγαμε στην πρωτεύουσα αν το είχαμε, έγινε το γήπεδο των τριγύρω χωριών. Τέλος, στις σημερινές ημέρες, η ύβρις της εποχής δεν άφησε αλώβητο ούτε αυτό το μνημείο, δεν άφησε αλέρωτη ούτε αυτήν την μνήμη. Νεκροταφείο αυτοκινήτων και ηλεκτρικών συσκευών οι Μύλοι... "Και το παληό τί θα το κάνω;" ρώτησα όταν έφτασε το νέο πλυντήριο... "Άσε, θα το φροντίσουμε εμείς..." Το ξαναχαιρέτησα μετά από καμμιάν εβδομάδα όταν πήγα για βόλτα και φωτογραφίες στους Μύλους. Συνάντησα και τα συντρίμμια της παληάς πυροσβεστικής που είχα φωτογραφήσει πέρυσι και που φέτος ήταν πλέον κομματιασμένη... Προσπάθησα να δω με τον νου μου γαϊδούρια φορτωμένα καρπό να ανηφορίζο

φως...

Εικόνα
Δεν είναι το καλοκαίρι, που έφυγε... Πάντα φεύγει... Είναι που σε λίγο τελειώνουν τα χρόνια που θα παίζουμε με το πλαστικό, πολύχρωμο μπουλντοζάκι στην άμμο... Τότε, θα γεράσω...

αγκαλιά...

Εικόνα
το μάτι, που ήξερε να βλέπει τις πτυχώσεις, τις αγκαλιές της Γης, τα απαγκιάσματα / ο νους, που δεν είχε μέσα του την εκμετάλλευση, αλλά, την αξιοποίηση / το μεράκι, που έβαζε κάτι από την καλαισθησία του αυτοδίδακτου στο καθημερινό / η ηθική, που δεν άφηνε να μη σκεφτείς εκείνους που ακολουθούν / η αξιοσύνη, που έκανε τα αδύνατα δυνατά / το πείσμα, που δεν άφηνε άφταστο κανένα σημείο του νησιού / η αγάπη, που έστησε τελικά τούτο το νησί στα πόδια του / χάνονται, γιατί η ΑΝΑΓΚΗ (κατά τον ορισμό των τραγικών) δεν είναι πιά η ίδια....

ΣΥΡΤΟΣ, ΜΠΑΛΛΟΣ ή ΣΟΥΣΤΑ...

Πάντα τους μπέρδευα τους χορούς. Ρωτάω ακόμη την μάνα μου σαν ακούσω κάποιο νησιώτικο που το νομίζω αλλοιώτικο. Και πάντα ξέρει ποιός είναι ποιός, με μια σιγουριά που ποτέ δεν θ΄αποκτήσω, ίσως γιατί μ΄αρέσει ο ρυθμός και το τραγούδι, μα δεν έχει γίνει δυνατό να κυλίσει ακόμη στις φλέβες μου η ανάγκη του χορού... Λυπάμαι αφάνταστα τον τρόπο του χορού που χάθηκε. Λυπάμαι που αποχώρησαν από τα κοινά οι λίγοι που πρόλαβα να δω να χορεύουν πραγματικό συρτό. Ο θείος μου ο Πασσάς και ο Βούρος ήταν οι δύο που πάντοτε ήθελα να βλέπω να χορεύουν. Πόσο απαλά χόρευαν, πόσο χόρευαν και δεν χόρευαν... Πόσο έμοιαζαν να περπατούν στο κύμα, πόσο δεν είχαν ανάγκη ούτε το χώμα που πατούσαν για να χορέψουν... Πόσο δεν μπορεί να τους μοιάσει κανείς στην αξιοπρέπεια και το ήθος του χορού, αυτό που συνήθως απλοποιούμε λέγοντάς το λεβεντιά. Δεν την έχουμε, και το χειρότερο, δεν ξέρουμε πού να την βρούμε... Από την μιά, ο χορός χωρίς επιτήδευση, ο από μόνος του, και απ΄την άλλη τα βίαια χτυπήμ

τέλος καλοκαιριού...

Εικόνα
Το νησί που φεύγει. Φεύγει, και μάλιστα, χωρίς να αφήσει ίχνη. Κάθε τρόπος, ήθος, έθος, λαλιά και κάθε αλληλουχία γενεών που χάνεται, δεν γράφεται παρά μόνον σαν αχνή εικόνα χωρίς λέξεις, εκείνων που πρόλαβαν το νησί που χάνεται. Δεν υπάρχει πόνος για το νησί που φεύγει, μόνον πόνος για εμάς που ήρθαμε και χάσαμε και για εκείνους που θ' ακολουθήσουν, χωρίς να ξέρουν πώς βρέθηκαν εδώ και ποιό το χρέος τους προς τον εαυτό τους...