Αναρτήσεις

Εμφάνιση αναρτήσεων με την ετικέτα Αλληγορίες

ΤΕΧΝΗΤΑ ΜΕΛΗ

Εικόνα
Μια μικρή, γρήγορη βόλτα, από Περάστρα για Λουτρά μαζί με το γιό μου.  Ναι, σε κείνο το τοπίο που γίνομαι γραφικός να λέω ότι με γοητεύει και δεν χορταίνω να περπατάω. Πόσα νάχει πιά να δεις από Περάστρα ως τα Λουτρά; θα πει κανείς. Για μένα έχει και για πολλούς ακόμη έχει.  Το πρόβλημα είναι με κείνους που δεν πιστεύουν πως έχει πολλά για να δεις. Έλεγα λοιπόν πως θα γράψω για το τοπίο, για την απίστευτη γεωμετρία που συναντάς σε σημεία που δεν το περιμένεις, για όγκους που φωτίζονται και εξέχουν ο ένας από τον άλλον με μοναδικό τρόπο, ...για αδίδακτη αρχιτεκτονική τοπίου, που την μίλησε στην ψυχή του χτίστη ο τόπος και η ανάγκη, ...έλεγα να πω και πάλι για τα μονοπάτια που συστρέφονται σε ένα άφωνο πλέγμα που μπορεί να σε πάρει και να σε πάει όσο πιο μέσα μπορείς να πας στον εαυτό σου, γιατί, ας μην κοροϊδευόμαστε, ... το κάθε μονοπάτι πηγαίνει όπου θέλει η ψυχή σου να πάει , κι΄εσύ επιλέγεις μονοπάτι ανάλογα με αυτήν την ψυχή. Έλεγα λοιπόν πως θα γράψ

ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΤΗΣ ΓΡΙΑΣ

Εικόνα
"Μια φορά κι΄έναν καιρό ήταν μια γριά και γύρναγε μές τα χωράφια και στους δρόμους και όλο νόμιζες πως μιλάει, μα 'κείνη είχε μισανοικτό το στόμα σα να ανάσαινε και δεν έλεγε τίποτε. Άμα ήσουνα πάνω στο βουνό θα τύχαινε να την δεις να διαβαίνει και να κουνάει τα χέρια της σαν να σπέρνει κι΄άμα ήσουν κάτω στο χωριό θα την έβλεπες να κουνάει τα χέρια της σα να σκουπίζει τους δρόμους και τα μονοπάτια. Γ ρια την λέγαμε γιατί ήταν όλη γκρίζα, μα τα μαλλιά της ήταν τόσο γκρίζα όσο και 'κείνων των τουριστών πού 'ρχονται καλοκαίρι και χορταίνουν ήλιο και ρουφάει το κεφάλι τους φως και ξανθαίνουν τόσο που μοιάζουν σα γκρίζοι γέροι.     Και γκρίζα θάλαγες και τα ρούχα της, μα δεν μπορούσες να πεις αν ήταν γκρίζα από μαύρο που ξέβαψε ή γκρίζα από λευκό που λερώθηκε.  Δε την φοβόταν κανένας και ούτε τα παιδιά παραμέριζαν, μα ούτε την πειράζαν γιατί ανιώθαν τον αέρα που σάλευε στο πέρασμά της και περιμέναν να καταλαγιάσει για να συνεχίσουν το παιχνίδι. 

ΤΟ ΜΑΝΤΑΛΟ ΤΗΣ ΠΡΟΓΙΑΓΙΑΣ ΜΟΥ ΚΑΙ Η ΠΑΡΑΔΙΠΛΑ ΜΑΝΤΡΑ...

Εικόνα
Πιό πολύ απ΄όλα φοβάμαι την απώλεια της μνήμης . Δεν μιλάω για την δική μου, την προσωπική μου μνήμη, που κάποια στιγμή θα βαρύνει έτσι κι΄ αλλιώς. Λέω για την Συλλογική Μνήμη , που είναι απαραίτητο συστατικό, έστω και κρυφό, του αύριο που έρχεται. Μαζεύω παληά χαρτιά, εφημερίδες του ’50, ξύλινες κουτάλες σπασμένες, τεράστια καρφιά και κομμάτια ξύλου από παληά σπίτια,  ...ξεχαρβαλωμένες κλειδαριές, ...ένα διαλυμένο σκαμνί από κάποιο γκρεμισμένο κατοικιό,    ...ένα μπουκαλάκι από άρωμα από ένα φαρμακείο που δεν υπάρχει πιά, μπουκάλια από ποτά που δεν υπάρχουν πιά. Και απλώς, προσπαθώ να βρω επάνω τους τα ίχνη των ανθρώπων, την φθορά από την καθημερινή χρήση, να εντοπίσω το πώς και το γιατί ενός ασυνήθιστου σχήματος,  μα πιό πολύ, προσπαθώ να αναπαραστήσω μέσα μου την εποχή, να την ανασυνθέσω ταιριάζοντας μικρές ιστορίες, αφηγήσεις, ακούσματα, αυτά τα ίδια τα αντικείμενα, σκόρπια διαβάσματα. "Ποιός ο λόγος ", θα πει κανείς. Δεν εξηγιέται ο λόγος.

Να σου δείξω τ' όνειρό μου..;

Εικόνα
Είμαι, λέει, στην Τήνο... Κι' αυτό είναι παράξενο από μόνο του.  Δεν βλέπω σχεδόν ποτέ την Τήνο στον ύπνο μου...  Μα τώρα είμαι εκεί και είναι σαν το Ξώμποργο, λέει, νά είναι ένα Ηφαίστειο και δεν βγάζει λάβα απόμέσα του, αλλά σύννεφα...  ...τα σύννεφα που στέκουν από πάνω του, τα βγάζει το ίδιο το βουνό! Και εγώ να στέκω κι' όλο να προσπαθώ να θυμηθώ πώς βρέθηκα εδώ... Είμαι παιδί, λέει, σα να 'δωσα μιά και να πήδηξα όλα αυτά τα χρόνια από τώρα μέχρι τα έντεκά μου και βαδίζω σ΄ένα χώμα, που δεν κατασταλάζει στιγμή η σκόνη του και μπατσίζω τον αέρα μ΄ένα λιανοκάλαμο... Και λέω, "Δεν γίνεται να χαθήκαν όλοι οι ανθρώποι από δω πέρα.... Δε μπορεί να βρέθηκα από μονάχος μου εδώ..." Κι΄ ύστερα θυμάμαι πως ήρθα για καλοκαίρι και πως το καλοκαίρι ήταν ψεύτικο σαν εκείνα της διαφήμισης, στεγνό κι΄άοσμο και θέλησα, λέει, να φύγω απ΄αυτό. Και βρέθηκα, λέει, μετά απ΄έξω από μια εκκλησιά και κόσμος αναδευόταν στις καμάρες της.