Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2012

ΝΕΡΟ...

Στάλα την στάλα, σταγόνα την σταγόνα και μόλις η ζέστη ανοίξει την μυστική πόρτα, το νερό της Γης αρχίζει ν' ανεβαίνει σιγά-σιγά μέσα από αόρατα μονοπάτια για να πάει ψηλά, στο γαλάζιο, εκεί που τις κρύες μέρες πλάθονται τα σύννεφα.

Και μόλις το κρύο αρχίσει και μαζεύεται, μόλις τα σύννεφα πυκνώσουν και βαρύνουν, τότε το νερό αδημονεί, ζητάει να γυρίσει στη μάνα, να χωθεί στην αγκαλιά της, να τρέξει στα γνωστά του μέρη, σε νεροφαγώματα και ρυάκια, σε λαγκάδια και ρεματιές, σε ποτάμια και λίμνες, σε γούβες και λακκάκια, να χαϊδευτεί σε κάθε γύρισμα και μύχια γωνιά του βράχου.
Και σπρώχνοντας, ανοίγει τα χέρια που το αγκαλιάζουν και το κρατάνε εκεί ψηλά στολίδι τ' ουρανού και βουτάει κάτω, χιλιάδες σταγόνες να σημαδεύουν το σταμάτημα και το ξεκίνημα των εποχών με τον ήχο τους, να σκάβουν με υπομονή χρόνο με τον χρόνο τα βράχια, να στέλνουν τις πέτρες που σήκωσαν οι άνθρωποι πίσω στη μητρα που τίς έβγαλε.

Τότε, τα έρημα κι' αδούλευτα χωράφια γλυστρούν, οι μάντρες ξεγυμνώνονται και βλέπουν το φως πέτρες που ήταν για χρόνια χωμένες κι' άλλες πάλι, σκύβουν και γονατούν μέσ' τη μέση των χωραφιών.

Αλλού πάλι μένει ένας τοίχος ορθός στο μάτι του Βοριά να κινάει χίλιες απορίες: πώς έμεινε μόνος αυτός, πώς έρχονται και φεύγουν τα πράγματα, πού χάθηκε η φροντίδα, πού πήγε ο χώρος που ο τοίχος όριζε σαν κατοικία, με τί να μοιάζει περισσότερο, με μνημείο ή με ταφόπλακα, πόσο θα αντέξει ακόμη, άραγες πόσων τα μάτια πετιώνται ως εδώ πάνω όταν περνούν απ' τον δρόμο...


Το νερό καρπώνει το χώμα και βγάζει το μέσα του κρυμμένο  χρώμα, καλεί μια κοιμισμένη πράσινη παρεούλα να βγει στο φως μετά από μια άνυδρη περίοδο, να φωτίσει τα φρύγανα, κάνει να 'ρθει η ανάγκη να σταλίζουν τα ζωντανά κάπου σκεπά...


...καλλωπίζει με μικρές πινελιές σκουριάς άνευρα κουφάρια και πασαλείβει γκρίζους βράχους με κίτρινα κροκάδια, δίχως να νοιάζεται για τη φθορά που το χαρούμενο παιχνίδι του προκαλεί...


Πονετικό, αφήνει το αλώνι να θαρρεί πως τώρα δα, που θα ΄ρθει ο αλωνάρης, θα 'ρθουν μαθές και οι νοικοκυραίοι ν' αλωνέψουν, ν' ανεμίσουν τα δικράνια, να βγει ο καρπός απ' τα χερόβολα, να γίνουν τα χερόβολα άχερο, να πούν τραγούδια και ν' ακούσουν το βράδυ τα παιδιά την ιστορία για τη γουρούνα με τα δώδεκα γουρουνάκια πριν κοιμηθούν μέσα στ' αλώνι με τ' άστρα για ταβάνι...

Παρασκευή 6 Ιανουαρίου 2012

ΤΑ ΣΩΣΙΒΙΑ ΚΑΙ ΣΤΙΣ ΒΑΡΚΕΣ !!!

Πώς άλλαξαν όλα τριγύρω μας και πώς αυτό γίνεται όλο και πιό εμφανές... Λυπάμαι που ξεκινάω το νέο χρόνο με αυτήν την ανάρτηση, λυπάμαι μέχρι μέσα βαθειά...

Πάμε, λοιπόν, στην πρώτη κάρτα:
Που πα' να πει: "Έλληνας, άρα, δεν φοβάσαι μήπως και δεν μπορείς να συνεννοηθείς με τον Πακιστανό για την σωστή απόχρωση του σάπιουν μήλου ή δεν φοβάσαι μήπως σου κουβαληθεί κανένας Ρουμάνος, κατοπτεύσει τον χώρο και στην συνέχεια σε γδύσει κανονικά. Επίσης, με τον τρόπο αυτό τα λεφτά, τα μαύρα λεφτά που έτσι κι' αλλιώς θα έδινες, χωρίς απόδειξη, χωρίς αποδεικτικό, τώρα τουλάχιστον θα μείνουν στην πατρίδα και δεν θα φύγουν με money transfer για χώρες ξωτικές, Όσο για την τιμή, καλύτερη δεν γίνεται και όσο νάναι, κάποιοι ψύλλοι μας μπαίνουν στ' αυτιά ότι ο βαφεύς δεν είναι επαγγελματίας, άντε βοηθός το πολύ..."

Και περνάμε στην επόμενη κάρτα, των αμετανόητων εταιρειών πωλήσεων που "έχουν καταργήσει τους μεσάζοντες και πάνε κατ' ευθείαν στον καταναλωτή":
Η ανάγνωση της κάρτας, με αρκετή φαντασία, βγάζει σενάριο για ταινία νουάρ: 
"με ωράριο της επιλογής σας" = killer που μπορεί να επιλέξει την ώρα που θα σκοτώσει το θύμα,
"ανεξάρτητη επαγγελματική ευκαιρία"= στην κανονική ζωή μπορείς να είσαι φυλλομετρητής σε λογιστήριο,
"εργασία μέσω ίντερνετ"= μπορείς να τους εξωθείς μέσω private chat σε αυτοκτονία,
"όχι πλασιέ ή ντίλερ", ξεκάθαρο, δεν θα ασκείς το τιποτένιο επάγγελμα του πωλητή...

Περνάμε στην τρίτη κάρτα, όπου τα πράγματα περιπλέκονται. Η απόγνωση έχει σπρώξει, όσα μαγαζιά απέμειναν, σε κινήσεις πανικού. Ή, μήπως, είναι ο αιώνιος τρόπος του ελληναρά, να κυττάει τί πουλάει ο διπλανός και μαζεύει κόσμο και να το κάνει και 'κείνος, δίπλα στον πρώτο, με χαμηλότερες τιμές, με καλύτερες προσφορές, μέχρι να κλείσουν και οι δύο (πώς λέει το σοφό ανέκδοτο... "Δεν θέλω, θεέ, να μου δώσεις και 'μένα κατσίκα, θέλω να ψοφήσεις τού γείτονα!")


Η πρώτη είναι μια πιτσαρία, από τις καλύτερες στην περιοχή μου, που όμως, αν ρίξετε μια ματιά στον κατάλογό της, θα δείτε ότι χώνεται στα πόδια της διπλανής ψησταριάς: σνίτσελ, μπριζόλες, παντσέτες κ.λπ.
Το δεύτερο είναι ένα επίσης καλό κατάστημα, που αν και ξεκίνησε σαν κάβα (εξ' ού και ο τίτλος) κατέληξε να πουλάει απορρυπαντικά... Βέβαια, για όποιον ξέρει τί ακριβώς συνεπάγεται η αλλαγή του διακριτικού τίτλου μιας επιχείρησης και πόση γραφειοκρατική ζούγκλα πρέπει να διανύσει κανείς για να τα καταφέρει, δικαιολογεί τον άνθρωπο που προσπαθεί, απλώς, να μην κλείσει...

Και πάμε στην σοβαρότερη κάρτα απ' όλες:
Δεν ξέρω για τις ορέξεις τις δικές σας, αλλά, προσωπικά δεν νιώθω την ερωτική μου ορμή να βελτιώνεται σε συνθήκες κρίσης. 
Άρα, τί κρύβει το παρακάτω μήνυμα;


Ερμηνεία πρώτη: "Θα στα πάρουν που θα στα πάρουν, τουλάχιστον, πρόλαβε να φας μερικά στις π#υτ@νες, να δεις τί έχανες τόσο καιρό που τα φύλαγες"
Ερμηνεία δεύτερη: "Μη στενοχωριέσαι για όσα θα σου πάρουν, εξ' άλλου το ένα πενηντάευρω σε μας θα το 'τρωγες σε δεκαπέντε λεπτά το πολύ..."
Ερμηνεία τρίτη: "Το ΕΥΡΩ μας έκανε μπουρδέλο..."
Ερμηνεία τέταρτη: πρόκειται για δάκτυλο της κυβέρνησης, που μας ωθεί στο ξεχαρμάνιασμα για να μην ξεσπάσουμε πάνω τους.

Και κλείνω με τους μαυραγορίτες, τους τοκογλύφους, τους αιώνιους Σάυλωκ, τα κατακάθια του ανθρώπινου είδους, τα σκουλήκια που περπατάνε δίπλα μας και αγγιζόμαστε ώμο με ώμο.
Τα ενεχυροδανειστήρια που τετραπλασιάστηκαν, που έχουν κρυφούς χρηματοδότες, που λιώνουν τα πάντα και τα βγάζουν στο εξωτερικό.
Προσέξτε τις λέξεις, το στυγνό μήνυμα, το νταβατζιλίδικο τρόπο:
"ΑΓΟΡΑΖΩ", που σημαίνει, "Τώρα που εσύ στερείσαι, εγώ έχω τόσα, ώστε να αγοράσω ακόμη και το δαχτυλίδι της γιαγιάς που με καμάρι πέρναγε από μάνα στην κόρη ή στην νύφη. Και έχω, γιατί μάλλον εδώ και καιρό ήμουν τοκογλύφος και έκανα την ίδια δουλειά, αλλά, με άλλον τρόπο. Όσο για τα ασημικά, φέρε το καλό σερβίτσιο και θα πάρεις όσο κι' ένα μηνιαίο επίδομα ανεργίας". 
Προσέξτε το έντονο χρώμα του αυτοκόλλητου, δείτε τού ενός κολλημένο πάνω στου άλλου. 

Και τέλος, υπάρχει ο μεγαλοκαρχαρίας, που αγοράζει κυριολεκτικά τα πάντα: ΛΙΡΕΣ, ΑΣΗΜΙΚΑ ΣΚΕΥΗ, ΠΑΛΑΙΑ ΚΟΣΜΗΜΑΤΑ, ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ-ΜΗΧΑΝΕΣ-ΑΚΙΝΗΤΑ
Αυτός ξέρει ακριβώς πού απευθύνεται και το λέει. 
Θέλει λίρες, μα πόσα σπίτια σήμερα έχουν λίρες; Αυτά που έχουν παρελθόν, παππούδες και παράδοση. Θέλει παλαιά κοσμήματα, για την περίπτωση που δεν πήγαινε το μυαλό σας να τα ρευστοποιήσετε. Διαλύστε τα όλα, λοιπόν, σκοτώστε ό,τι υπάρχει όχι μόνον τριγύρω σας, αλλά και μέσα σας...

Παρεμπιπτόντως, σταμάτησαν ως δια μαγείας τα φυλλάδια σουβλατζίδικων, πίτσας, ψητοπωλείων και άλλων φαγάδικων, που έστελναν κατ' οίκον παράδοση μέχρι και μισή ώρα μακρυά...
Δείτε το χάλι μας αναλυτικά εδώ:













Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2011

ΠΑΛΗΕΣ ΚΑΡΤΕΣ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΕΥΧΕΣ...

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ...
 Σε όλους όσους νοιάζονται για το νησί και δεν μένουν στα λόγια, μα τρέχουν, μαζεύονται και μαζεύουν όσους μπορούν, κάνουν πράξη στην ουσία (μακρυά από φανφάρες και τηλεοπτικές μπουρδολογίες) την ζωή στην επαρχία, αντιδρούν στην αλλοτρίωση του τόπου, αντιστέκονται στην παράνοια των παραγόντων.

...ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ...
Με λιγότερο τσιμέντο και περισσότερες ξερολιθιές, με λιγότερες παραγγεριές ξεπουλημένες για πέτρα και περισσότερα καλλιεργημένα χωραφάκια, με περισσότερο γάλα και λάδι, αγκινάρα και τυράκι του τόπου μας, με καθαρές και ήσυχες παραλίες, με τα νερά που πίνουμε και τον αέρα που αναπνέουμε ελεύθερα όπως οι κανόνες της ζωής επιβάλλουν, με περισσότερες φιλίες της καρδιάς και λιγότερα κομματικά κολλητιλίκια.

...ΜΕ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΔΥΝΑΜΗ...
Για να μην κάνουμε σε κανέναν το χατήρι να παραδοθούμε στις ορέξεις τους, να μην λιμνάσει η σκέψη μας και βαλτώσει το μυαλό μας, να μείνει παιδική η καρδιά μας για να μην γεράσει η ψυχή μας.


...αλλά και ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ...
Στα κομματόσκυλα που δεν αφήνουν τίποτε να ανθίσει αν δεν περνάει μέσα από τα γρανάζια των βρωμερών μηχανισμών τους, στους διεφθαρμένους που προτιμάνε να σβήσει ο τόπος παρά να χάσουν μια δεκάρα "ανάπτυξης", στους απανταχού διαβρωμένους απ' το χρήμα, στους διαπλεκόμενους σφογγοκωλάριους, στους ξεπουλημένους εκλεγμένους του λαού που καταφέρνουν και μας κοροϊδεύουν ακόμη, στους δοσίλογους τού τόπου τους, στους προδότες των γονιών και των παππούδων τους, με μια επιπλέον ευχή: 

Ο Νέος Χρόνος να σταθεί απέναντί σας όπως εσείς σταθήκατε απέναντι στην Κοινότητα των Πολιτών. Με αδιαφορία, αναλγησία, εθελοτυφλία και αλαζονεία.

Τέλος, για τους φίλους μου, έχω τρία μικρά δωράκια:

Ένα διαμάντι του Κόντογλου με τίτλο "Χριστούγεννα στη σπηλιά" που θα βρείτε εδώ:
http://pisostapalia.blogspot.com/2011/12/blog-post_27.html

Το πρωτοχρονιάτικο "Κάνε στην άκρη, ρε μπάρμπα!" που θα βρείτε εδώ: http://www.podilates.gr/node/19858

και, το καλύτερο, ένα ποίημα πρωτοχρονιάτικο του μουσικού Κωνσταντίνου Πανώριου από την Καρδιανή, με του οποίου τις ευχές σας χαιρετώ για φέτος:



Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2011

Ο πύργος στην Σαμάντλα

"Ε, τρεχάτε, ανάψτε γρήγορα! Καράβια έρχονται! Στείλτε μαντάτο γρήγορα ναρθούν να πιάσουν τα πόστα! Ανάψτε, λέω! Γρήγορα!". 

Ο ήλιος πήγαινε να πέσει όταν, στην άκρη του ορίζοντα, εκεί που η θαμπή άκρη του ουρανού ακουμπάει στην θάλασσα, φάνηκαν κατάρτια το 'να πίσω απ΄τ' άλλο. 
Το έμπειρο μάτι του βιγλάτορα είχε διακρίνει έγκαιρα τον μικρό στολίσκο και, μη βλέποντας σημάδια φίλιων φρύκτων, τα σημάδια δηλαδή που έκαναν οι ναύτες των φιλικών καραβιών υψώνοντας αναμμένους πυρσούς για να μην ανησυχήσουν τους δικούς τους, είχε σημάνει συναγερμό. 


Η πλαγιά απ' τον πύργο μέχρι κάτω, όσο έβλεπε το μάτι, ήταν γυμνή από κάθε εμπόδιο που θα μπορούσε να κρύψει τον εχθρό. Αυτό δεν είχε γίνει ηθελημένα, αλλά όταν χρειάστηκαν ξύλα για να χτιστούν καράβια και να κάψουν τα καμίνια, σκεπτόμενοι σωστά, εξεκίνησαν από 'δω να κόβουν τα πολύ παληά χρόνια.
Η φρουρά από ' κει που δεν φαινόταν πουθενά, χωμένη μέσα στον πύργο και στα τριγύρω καταλύμματα, έξαφνα γέμισε τον τόπο, κινήθηκε προς την μία από τις δύο στίβες ξύλων, την ξεσκέπασε με βιάση και φάνηκαν τα χοντρά ξερά ξύλα σωριασμένα με τάξη, αφήνοντας κενά για τον αερισμό και για τα προσανάμματα. 
Συνάμα, από ένα χαμηλό καταστέγι κουβάλησαν χέρι με χέρι μικρά δεμάτια προσανάμματα και τα σφήνωσαν στις προκαθορισμένες θέσεις. Η διπλανή στίβα θάμενε άθικτη, αφού τα ξύλα της ήταν εμποτισμένα με εύφλεκτα υλικά για δημιουργία καπνού και προοριζόταν για σήματα ημέρας.


Ο φρυκτωρός άρπαξε ένα δαδί και πλησίασε στην φωτιά, που σιγόκαιγε ακατάπαυστα, μέρα και νύχτα σε προφυλαγμένο από αέρα και βροχή σημείο, έγειρε και αμέσως τράβηξε πίσω το ξύλο που είχε αρπάξει αστραπιαία φωτιά και με γρήγορες, ψύχραιμες κινήσεις άναψε την φρυκτωρία. Η φωτιά απλώθηκε ομοιόμορφα σε όλη την στίβα και σε λίγα λεπτά οι φλόγες εστελναν μήνυμα σε εχθρούς και φίλους, πως υπήρχαν άγρυπνα μάτια και πως καλούσαν στα όπλα κι' άλλους, να' ρθουν να προστατέψουν το νησί. 

Πολλές φορές τα εχθρικά καράβια με το που έβλεπαν τα σήματα φωτιάς, άλλαζαν αμέσως ρότα, αφού οι νησιώτες έδειχναν όχι μόνον ότι τους είχαν αντιληφθεί, αλλά και ότι, ήταν αποφασισμένοι να πολεμήσουν, που σήμαινε πως ήταν αρκετοί και οπλισμένοι και πως τακτικός στρατός έδρευε στο νησί.

Στο μεταξύ, για να μην περάσει ούτε λεπτό χαμένο, άλλος φρυκτωρός έστελνε προς τον ενδιάμεσο σταθμό των Αμμωνιών σημάδι με πολέμιους φρύκτους, κινώντας δεξιά-αριστερά ένα αναμμένο δαυλό. 

Στα Αμμώνια, που έπαιρναν την ονομασία τους τόσο από τον βράχο που είχε χαρακτηριστικό σχήμα, όσο και από την γειτνίασή του με τον παληό ναό του Άμμωνα Δία, υπήρχε επίσης ένα μικρό φυλάκιο, ένα πολυάνδριο, που κατέλυε σε φυσικούς βραχώδεις σχηματισμούς, ελαφρά οχυρωμένους, περισσότερο για προφύλαξη από τα καιρικά φαινόμενα, παρά από τις επιθέσεις εχθρικών μονάδων. 
Η θέση δεν είχε καμμία αμυντική δυνατότητα, αλλά, εξασφάλιζε την ροή των σημάτων προς το Κάστρο και προς την φρυκτωρία στου Πολέμου τον Κάμπο.


Ο πύργος στη Σαμάντλα, γι' άλλη μια φορά, είχε κάνει αυτό για το οποίο είχε σχεδιαστεί. 
Σε λίγο κάρρα και άλογα θα 'φταναν φορτωμένα στρατιώτες που θα επάνδρωναν το φυλάκιο στα Πυργιά και όλα τα περάσματα. 
Κάθε σκαλί και κάθε πεζούλα θα γινόταν γραμμή άμυνας, να σταματήσει τον ξένο, να σώσει το νησί από την επιβουλή των εχθρών. 

 
Όλα τα χτισίματα στην βορεινή μεριά του νησιού έκλειναν μέσα τους τον φόβο για τον εισβολέα και βαρειές, πλατειές πέτρες παρεμβάλλονταν ένθετες μέσα στις μάντρες,, να προεξέχουν όσο ακριβώς χρειάζεται για να κρυφτεί ένας άντρας και να σταθεί να ρίξει, να φέρνει την αμφιβολία στο μυαλό των επιτιθέμενων, αν δηλαδή, σε κάθε πέτρα αντιστοιχούσε κι' ένας ένοπλος. Πέτρες που με μια γερή σπρωξιά θα μπορούσαν να σωριαστούν πάνω στους επιτιθέμενους...
...και που στα χρόνια που θα ακολουθούσαν, θα έμοιαζαν έργα τέχνης, μόνες στη μέση χωραφιών, έρημες από νόημα πέρα από τον άχθο που τις είχε τοποθετήσει εκεί.



 Στα χρόνια που περίμεναν την σειρά τους στα βάθη του Χρόνου για να περάσουν πάνω απ' το νησί, ένα μαντρί θα φτιαχνόταν εκεί όπου πριν στρατιώτες στάλιζαν, νυσταγμένοι, βαριεστημένοι, οκνοί, μέχρι την στιγμή που η καρδιά πετάριζε στο άκουσμα της κραυγής του σκοπού.
 

 Στα χρόνια που ήρθαν πολλές φορές από 'κει και μετά κι' έφερναν μαζί τους κάθε φορά κι' από έναν πόλεμο, οι Τηνιακοί ήταν πάντα εκεί, όρθιοι, γελαστοί, περήφανοι και στάθηκαν στον τόπο τους.
Ανάμεσά τους και ο παππούς μου Ζάννες Αρμάος του Λορέντζου, που ένα κομμάτι του κουβαλάω περήφανα μέσα μου κι' εγώ.


Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011

ΠΑΜΕ ΓΙΑ ΜΠΑΝΙΟ..;

Να κατέβουμε προς τον Άγιο Φωκά, που είναι και ρηχή η θάλασσα και μπορούν να παίζουν και τα παιδιά.
Μεγάλη παραλία, ε, θα βρουν κι' άλλα παιδάκια να παίξουν...




 
Έχει και αρμυρίκια να βάλουμε το αυτοκίνητο, να μην το τρώει ο ήλιος,  έχει και μπαράκι να πάρουμε και φραπεδάκια, μια χαρά θα είμαστε.
Μετά, μας κάνει και κανένα τοστάκι, πίνουμε και καμμιά μπυρίτσα και χαλαρώνουμε.

Μπορεί να βρούμε και παρεούλα, να ρίξουμε και κανένα σουτάκι να θυμηθούμε τα παληά...
Όσο νάναι, δε μας πήραν και τα χρόνια, αντέχουμε... Και μετά, ξέρεις το κόλπο, ο κουρασμένος κάθεται τέρμα και αλλάζουμε και πιό συχνά, να προλαβαίνουμε να παίρνουμε καμμιά ανάσα !
Σκέψου πως εδώ ερχόμαστε εικοσάρηδες όταν ακόμη το νησί είχε μια μονάδα εφοδιασμού και χαζεύαμε τα ελικόπτερα που έρχονταν για να γεμίσουν βενζίνη... Πώς πέρασαν τα χρόνια...


Μετά, άμα κάνουμε κέφι, καθόμαστε να δούμε το ηλιοβασίλεμα, πού'ναι ήσυχη κι' η θάλασσα να το απολαύσουμε.


Μόνο που όταν περνάνε τα "γρήγορα" κάνει κύμα και άμα δεν προσέξεις μπορεί να σου πάρει την πετσέτα...

 Λοιπόν, άκου να σου πω πώς θάρθεις: Κατεβαίνεις Χώρα και μόλις φτάσεις στον Παλαμάρη κάνεις αριστερά, γυρίζεις πάνω απ΄το λιμάνι και στο πλατειάκι κάνεις δεξιά.
Ή μιας και θα βρεθείς από 'κει, ανέβα τον λόφο, έχουν μείνει κάτι όμορφα νεοκλασσικά, αξίζει να τα δεις, δεν ξέρεις πότε θα τα κατεβάσει καμμιά μπουλντόζα...





Μετά θα δεις την θάλασσα, είναι η Αγκάλη, ακολουθείς τον δρόμο δίπλα απ' τη θάλασσα και μόλις δεις τον μυτερό λόφο κάνεις δεξιά, παρκάρεις κι' εκεί θάμαστε κι' εμείς...










ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΕ ΤΟ ΔΟΛΛΑΡΙΟ !

Αγαπητοί τουρίστες, Αρχικώς, καλώς ήρθατε στο νησί μας!  Που σε λίγα χρόνια, αν όλα πάνε καλά, θα είναι ολόϊδιο με όλα τα άλλα νησιά των Κυκ...