Κάθε φορά που βλέπω κάτι από το νησί να χάνεται σκέφτομαι
εκείνη την φίλη στο πανηγύρι των
Αγίων Αναργύρων που με ευγενική αγανάκτηση μού είχε κάνει παρατήρηση για τον
υπότιτλο του μπλογκ: "περίπατοι στο νησί
που χάνεται".
...τους γυμνούς τοίχους,
...τα αποκαλυμμένα μυστήρια της τέχνης των μαστόρων,
...τις παράγωνες αυλές,
...τους αέρινους βόλτους,
Χαιρέτα αυτούς που φύγανε τραβώντας πίσω τους μια πόρτα για τελευταία φορά,
...πώς έγινε και αφέθηκε να μείνει αυτό το κουφάρι σιωπηλό, με όλα του τα όργανα στην θέση τους, αλλά νεκρό γιατί δεν είχε πιά ελπίδα.
Σκέψου την τελευταία φορά που ποτίστηκε μια γλάστρα, που σκουπίστηκε ένα πάτωμα, που σφραγίστηκε ένα μπουκάλι, που σφουγγίστηκε ένα ποτήρι, που τραβήχτηκε μια καρέκλα για να κάτσει κάποιος, που ασβεστώθηκε μια αυλή, που κάπνισε ένας κάπασος, σκέψου όλα όσα γίναν για τελευταία φορά,
...κι’ αυτές όλες τις φορές βάλ’ τες στο μυαλό σου για όσα είναι τα σπίτια στα Μοναστήρια, και τότε μόνον θάχεις το βάρος του τόπου, αυτό που είναι το βάρος των ανθρώπων των ίδιων, των κόπων, και των πόνων τους.
Και όλο αυτό φαντάσου το σαν ένα σκηνικό μέσα στο οποίο παίζεται η δική σου ζωή.
Θλίψου για λογαριασμό των μαστόρων, που δεν ήξεραν και ευτυχώς δεν έμαθαν ποτέ πώς κατέληξε ο κόπος τους, πώς ευτελίστηκε το μεράκι τους,
...πώς η γνώση τους σωριάστηκε μέρα με τη μέρα μέχρι που έγινε ακατάληπτη πλέον από κείνους που δεν την έχουν ανάγκη,
...περιμένοντας εκείνη τη μέρα που αυτά τα χαλάσματα θα γίνουν αξιοθέατο για κάποιους.
Για κάποιους ξένους που θα κάνουν σαφάρι μέσα στα δρομάκια, σαφάρι ζωών και ανθρώπων που ήταν και δεν είναι πιά.
Όχι γιατί πεθάναν, αλλά γιατί έφυγαν.
Αν θες να κάνεις μιαν ευχή, κάνε την έξω, στα χορταριασμένα μονοπάτια, ο θεός που είναι εδώ μέσα είναι μουδιασμένος, τους είδε όλους να φεύγουν δίχως να μπορεί να κάνει τίποτε απέναντι στον χρόνο.
Κι΄ άλλα θα ακολουθήσουν τον δρόμο των Μοναστηριών, κι’ άλλα ακόμη, κι’ ύστερα άλλα, μέχρι που το νησί θα μοιάζει με γριά ηθοποιό με χίλιες πλαστικές επεμβάσεις για να μοιάζει με εκείνην που θέλει το κοινό, μια που «δεν γερνάει ποτέ, που αψηφά τον χρόνο».
Κι’ όπου ακούς ανάπτυξη και επενδύσεις να τρέμεις, να τρέμεις το τίποτε που έρχεται, την πλαστογραφημένη παράδοση που πάει να δημιουργηθεί, τους ανθρώπους χωρίς μνήμη και ιστορία, το στενό μυαλό, να ανατριχιάζεις μπροστά στο νησί που ισοπεδώνεται και εξομοιώνεται με μύκονους και σαντορίνες και πάρους και νάξους που κάποτε ήταν και τώρα δεν είναι.
Ύστερα να μην ξαναμπείς σε αυτό το μπλογκ ποτέ. Δεν θα βρεις εδώ μέσα περιγραφές θριάμβων για τον αριθμό των τουριστών, ύμνους για «το ωραιότερο νησί», θαυμασμό για τις «δημιουργικές γεύσεις του νησιού», προτροπές για «ανακάλυψη του κρυφού νησιού».
Αυτοί στους οποίους απευθύνονται όλα αυτά είναι, άθελά τους, αυτοί για χάρη των οποίων καταστρέφεται το νησί.
"Δεν χάνεται το νησί" μου έλεγε, "εμείς που είμαστε εδώ το κρατάμε ζωντανό". Κάναμε μια κουβέντα, προσπάθησα να της εξηγήσω,
δεν ξαναβρεθήκαμε. Αυτή εδώ η ανάρτηση ας είναι η απάντηση που της οφείλω από τότε, πριν δέκα περίπου χρόνια.
Αγαπητή μου φίλη,
Πες "γεια" στα Μοναστήρια...
...χαιρέτα τα πανέμορφα χαλάσματα,
...τα
ανάγλυφα χρώματα,
...τους γυμνούς τοίχους,
...τα αποκαλυμμένα μυστήρια της τέχνης των μαστόρων,
...τις παράγωνες αυλές,
...τους αέρινους βόλτους,
...τις γλυκές
καμπύλες στον διάκοσμο.
Χαιρέτα αυτούς που φύγανε τραβώντας πίσω τους μια πόρτα για τελευταία φορά,
....αφήνοντας έρημα σπίτια, έρημο τόπο, ο ένας πίσω από τον άλλον,
με τον τελευταίο που έμεινε πίσω να μην καταλαβαίνει πώς έγινε και ερήμωσε το
χωριό εμπρός στα μάτια του,
...πώς έγινε και αφέθηκε να μείνει αυτό το κουφάρι σιωπηλό, με όλα του τα όργανα στην θέση τους, αλλά νεκρό γιατί δεν είχε πιά ελπίδα.
Σκέψου την τελευταία φορά που ποτίστηκε μια γλάστρα, που σκουπίστηκε ένα πάτωμα, που σφραγίστηκε ένα μπουκάλι, που σφουγγίστηκε ένα ποτήρι, που τραβήχτηκε μια καρέκλα για να κάτσει κάποιος, που ασβεστώθηκε μια αυλή, που κάπνισε ένας κάπασος, σκέψου όλα όσα γίναν για τελευταία φορά,
...κι’ αυτές όλες τις φορές βάλ’ τες στο μυαλό σου για όσα είναι τα σπίτια στα Μοναστήρια, και τότε μόνον θάχεις το βάρος του τόπου, αυτό που είναι το βάρος των ανθρώπων των ίδιων, των κόπων, και των πόνων τους.
Και όλο αυτό φαντάσου το σαν ένα σκηνικό μέσα στο οποίο παίζεται η δική σου ζωή.
Θλίψου για λογαριασμό των μαστόρων, που δεν ήξεραν και ευτυχώς δεν έμαθαν ποτέ πώς κατέληξε ο κόπος τους, πώς ευτελίστηκε το μεράκι τους,
...πώς η γνώση τους σωριάστηκε μέρα με τη μέρα μέχρι που έγινε ακατάληπτη πλέον από κείνους που δεν την έχουν ανάγκη,
...περιμένοντας εκείνη τη μέρα που αυτά τα χαλάσματα θα γίνουν αξιοθέατο για κάποιους.
Για κάποιους ξένους που θα κάνουν σαφάρι μέσα στα δρομάκια, σαφάρι ζωών και ανθρώπων που ήταν και δεν είναι πιά.
Όχι γιατί πεθάναν, αλλά γιατί έφυγαν.
Αν θες να κάνεις μιαν ευχή, κάνε την έξω, στα χορταριασμένα μονοπάτια, ο θεός που είναι εδώ μέσα είναι μουδιασμένος, τους είδε όλους να φεύγουν δίχως να μπορεί να κάνει τίποτε απέναντι στον χρόνο.
Κι΄ άλλα θα ακολουθήσουν τον δρόμο των Μοναστηριών, κι’ άλλα ακόμη, κι’ ύστερα άλλα, μέχρι που το νησί θα μοιάζει με γριά ηθοποιό με χίλιες πλαστικές επεμβάσεις για να μοιάζει με εκείνην που θέλει το κοινό, μια που «δεν γερνάει ποτέ, που αψηφά τον χρόνο».
Κι’ όπου ακούς ανάπτυξη και επενδύσεις να τρέμεις, να τρέμεις το τίποτε που έρχεται, την πλαστογραφημένη παράδοση που πάει να δημιουργηθεί, τους ανθρώπους χωρίς μνήμη και ιστορία, το στενό μυαλό, να ανατριχιάζεις μπροστά στο νησί που ισοπεδώνεται και εξομοιώνεται με μύκονους και σαντορίνες και πάρους και νάξους που κάποτε ήταν και τώρα δεν είναι.
Ύστερα να μην ξαναμπείς σε αυτό το μπλογκ ποτέ. Δεν θα βρεις εδώ μέσα περιγραφές θριάμβων για τον αριθμό των τουριστών, ύμνους για «το ωραιότερο νησί», θαυμασμό για τις «δημιουργικές γεύσεις του νησιού», προτροπές για «ανακάλυψη του κρυφού νησιού».
Αυτοί στους οποίους απευθύνονται όλα αυτά είναι, άθελά τους, αυτοί για χάρη των οποίων καταστρέφεται το νησί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου