Μέχρι τον Άγιο Μικαέλ πήγαμε σε πρόσφατη προηγούμενη ανάρτηση, αλλά και παλαιότερα. Από ΄κει και πάνω όμως δεν σας είχα σεργιανίσει και σας πληροφορώ ότι, η περιοχή κρύβει, εκτός απ΄το ανεπανάληπτο Τηνιακό τοπίο, και αρκετές εκπλήξεις για τους περιπατητές.
Η ανάβαση είναι εύκολη, γίνεται από δρόμους τειχισμένους που σε ελάχιστα σημεία μόνον είναι δύσβατα.
Απ΄το σημείο, λοιπόν, που οι Κελλιανοί ανέβηκαν από τον Άγιο Λευτέρη και ύστερα έστριψαν αριστερά για να πάνε στον Άγιο Μικαέλ εμείς συνεχίζουμε δεξιά και ανηφορίζουμε στο μονοπάτι έχοντας στο απέναντι βουνό, στα δεξιά μας, την Αγία Υπακοή.
Οι μυρτιές σε ορισμένα σημεία κυριολεκτικά πνίγουν το μονοπάτι και μοσχοβολάνε μόλις περάσεις ανάμεσά τους.
Ο παληός υνταγός που έφερνε το νερό από την πηγή έως το χωριό μας ακολουθεί σε όλη την ανάβαση. Μόλις βρέξει αρκετά θα γεμίσει από βρόχινο νερό και θα πρασινίσει.
Φτάνουμε έτσι γρήγορα σε μια μικρή γούρνα με πεντακάθαρο, πόσιμο νερό. Είναι το νερό που πίνουμε στα Κελλιά και που το καλοκαίρι «ενισχύεται» από το νερό που έρχεται από ‘οπίσω’.
Γνώριμη γεύση, ενός εξαιρετικά χωνευτικού νερού με ελάχιστα άλατα (προσέξτε ότι, στα πλυμμένα σκεύη στα Κελλιά δεν μένουν ποτέ σταγόνες ή ασπρίλες από άλατα). Στα δεκαπέντε μέτρα από την γούρνα βρίσκεται η πηγή. Κλεισμένη σε μικρό οικίσκο, που έχει επάνω του την πινελιά του μάστορα, που θέλησε να ομορφύνει, όσο γίνεται, την άσχημη εικόνα της κατασκευής με την αλουμινένια πόρτα βάζοντας δύο απλά διακοσμητικά στοιχεία.
Θυμάμαι ότι, πριν αρκετά χρόνια που η πηγή ήταν ανοικτή, έβρισκα πολύ εντυπωσιακό το θέαμα της άμμου που αναταραζόταν διαρκώς από το νερό που πήγαζε από κάτω, από τα έγκατα του βουνού.
Τώρα, εάν κάποιος που έχει έρθει ως την πηγή γυρίσει και κυττάξει ανατολικά, θα δει ένα έρημο κτίσμα χωρίς οροφή.
Η απόσταση είναι μικρή, όχι πάνω από εκατόν πενήντα μέτρα και το μονοπάτι εύκολο. Αρχίζουμε να περπατάμε λοιπόν, προς τα εκεί, βγαίνουμε στο μονοπάτι με την γούρνα στ΄αριστερά μας και συνεχίζουμε προς το βουνό.
Οσο πλησιάζουμε το κτίσμα αρχίζει και παίρνει μορφή.
Οι πιό υποψιασμένοι θα έλεγαν πως πρόκειται για εξωκκλήσι εφ΄ όσον είναι κτισμένο επάνω σ’ έναν βραχώδη σχηματισμό, ακριβώς στην κορυφή τού σχεδόν επίπεδου λόφου, αγνοώντας τον άνεμο που το γδέρνει κυριολεκτικά.
Από κοντύτερα φαίνεται πως το οίκημα έχει μια κεντρική πόρτα στην βορειοδυτική πλευρά και ένα μικρό παράθυρο στο πλάι. Μάλλον, λοιπόν, για εκκλησάκι πρόκειται.
Το ερείπιο, παρά την κακή του κατάσταση, αποπνέει μιαν αρχοντιά.
Ίσως είναι η θέση του, το χτίσιμό του ή ίσως πάλι, το ότι με το που πλησιάζει κανείς την είσοδο βλέπει στο εσωτερικό τον βόλτο του βήματος και αντιλαμβάνεται πως πρόκειται για ξωκκλήσι.
Οι γκρεμισμένες εκκλησίες καταφέρνουν να κρατάνε πάντα μεγάλο μέρος από την αίγλη που είχαν κάποτε.
Πάντως, δίνει έντονα την εντύπωση ότι στα νιάτα του θα πρέπει να δέσποζε στην περιοχή.
Στην παρακάτω φωτογραφία θα δείτε υπολείμματα σακκιών με άμμο οικοδομής και χαλίκι.
Πρόκειται για ό,τι απέμεινε από μια προσπάθεια του πατέρα-Αντώνη να αναστηλώσει τον Άγιο Γεώργιο, γιατί γι΄αυτόν πρόκειται.
Η προσπάθεια δεν ευοδώθηκε για λόγους που ξεφεύγουν από τους σκοπούς της ανάρτησης. Έτσι, μέλη σαν και αυτό που φαίνεται εδώ, έμειναν να τα τρώνε ο αέρας και η βροχή.
Μήπως κάποια στιγμή θα πρέπει να συντονιστούν οι κατάλληλοι άνθρωποι και να στήσουν το εκκλησάκι στα πόδια του; Και ποιός θα έλεγε όχι σ' έναν έρανο για να μαζευτεί το απαραίτητο ποσό, ειδικά τώρα που ο Σύλλογος έχει δραστήριους ανθρώπους και ποιός θα έλεγε πως προτιμάει να αφήσει τον Αη-Γιώργη στο χάλι που είναι μέχρις ότου ο καιρός το κάνει θρύψαλλα..;
Εμείς όλοι κάποτε θα φύγουμε...
...μα υπάρχουν πράγματα που τα χρωστάμε στον τόπο που μας γέννησε και μας μεγάλωσε.
Για σκεφτείτε πόσο καλή διαφήμιση θα ήταν για το χωριό μας μια προσπάθεια αναστήλωσης που θα την κάλυπταν όλα τα μέσα σε όλα τα στάδια τής προσπάθειας...
Τέλος πάντων... Προχωράω παραπάνω...
Για να έρθουμε ως εδώ, χρειάστηκε σε κάποιο σημείο να αφήσουμε το ανηφορικό μονοπάτι και να σκαρφαλώσουμε στην μάντρα, αφού δεν υπάρχει διακλάδωση που να οδηγεί έως εδώ. Ξαναγυρνάμε λοιπόν στο μονοπάτι και συνεχίζουμε την ανάβαση.
Δεν γίνεται αλλιώς, σε τραβάει το βουνό να τ’ ανέβεις, σε μαγνητίζει. Ο δρόμος έχει μαρμάρινα σκαλοπάτια σε μικρά διαστήματα, πράγμα που κάνει την ανάβαση παιχνίδι.
Σε αντίστοιχης κλίσης μονοπάτι επάνω από την Αγία Υπακοή τα σκαλοπάτια είναι από σχιστόλιθο και με μεγαλύτερο ύψος βήματος.
Σε μερικά σημεία η στήριξη του δρόμου έχει πέσει. Από τον τρόπο που είναι στιβαγμένες οι πέτρες γίνεται ξεκάθαρο ότι, το βουνό κάποτε θα πρέπει να κατέβαζε πολύ, μα πραγματικά πολύ νερό και για μεγάλο χρονικό διάστημα, που σε κάποια στιγμή θα παρέσυρε και το μονοπάτι.
Δείτε την καταβόθρα που έχει σχηματιστεί ...
...και τον απίστευτο σχηματισμό σ’ ένα γύρισμα του μονοπατιού.
Κρατάω την υπόσχεση του Γιάννη του Θωμά (που μου είπε και το όνομα της εκκλησίας) πως θα με φέρει εδώ πάνω να μου δείξει τα ερείπια άλλης μια εκκλησίας, της Αγίας Μαρίνας, ρίχνω μια ματιά κάτω χαμηλά, στον Άγιο Νικόλα...
...και βλέποντας τις ασκέλες θυμάμαι τον Νικόλα να μου λέει:
«Δεν θα σύρει νερό ο ποταμός εφέτο. Δεν φουσκώσαν καλά οι ασκέλες...»
Η ανάβαση είναι εύκολη, γίνεται από δρόμους τειχισμένους που σε ελάχιστα σημεία μόνον είναι δύσβατα.
Απ΄το σημείο, λοιπόν, που οι Κελλιανοί ανέβηκαν από τον Άγιο Λευτέρη και ύστερα έστριψαν αριστερά για να πάνε στον Άγιο Μικαέλ εμείς συνεχίζουμε δεξιά και ανηφορίζουμε στο μονοπάτι έχοντας στο απέναντι βουνό, στα δεξιά μας, την Αγία Υπακοή.
Οι μυρτιές σε ορισμένα σημεία κυριολεκτικά πνίγουν το μονοπάτι και μοσχοβολάνε μόλις περάσεις ανάμεσά τους.
Ο παληός υνταγός που έφερνε το νερό από την πηγή έως το χωριό μας ακολουθεί σε όλη την ανάβαση. Μόλις βρέξει αρκετά θα γεμίσει από βρόχινο νερό και θα πρασινίσει.
Φτάνουμε έτσι γρήγορα σε μια μικρή γούρνα με πεντακάθαρο, πόσιμο νερό. Είναι το νερό που πίνουμε στα Κελλιά και που το καλοκαίρι «ενισχύεται» από το νερό που έρχεται από ‘οπίσω’.
Γνώριμη γεύση, ενός εξαιρετικά χωνευτικού νερού με ελάχιστα άλατα (προσέξτε ότι, στα πλυμμένα σκεύη στα Κελλιά δεν μένουν ποτέ σταγόνες ή ασπρίλες από άλατα). Στα δεκαπέντε μέτρα από την γούρνα βρίσκεται η πηγή. Κλεισμένη σε μικρό οικίσκο, που έχει επάνω του την πινελιά του μάστορα, που θέλησε να ομορφύνει, όσο γίνεται, την άσχημη εικόνα της κατασκευής με την αλουμινένια πόρτα βάζοντας δύο απλά διακοσμητικά στοιχεία.
Θυμάμαι ότι, πριν αρκετά χρόνια που η πηγή ήταν ανοικτή, έβρισκα πολύ εντυπωσιακό το θέαμα της άμμου που αναταραζόταν διαρκώς από το νερό που πήγαζε από κάτω, από τα έγκατα του βουνού.
Τώρα, εάν κάποιος που έχει έρθει ως την πηγή γυρίσει και κυττάξει ανατολικά, θα δει ένα έρημο κτίσμα χωρίς οροφή.
Η απόσταση είναι μικρή, όχι πάνω από εκατόν πενήντα μέτρα και το μονοπάτι εύκολο. Αρχίζουμε να περπατάμε λοιπόν, προς τα εκεί, βγαίνουμε στο μονοπάτι με την γούρνα στ΄αριστερά μας και συνεχίζουμε προς το βουνό.
Οσο πλησιάζουμε το κτίσμα αρχίζει και παίρνει μορφή.
Οι πιό υποψιασμένοι θα έλεγαν πως πρόκειται για εξωκκλήσι εφ΄ όσον είναι κτισμένο επάνω σ’ έναν βραχώδη σχηματισμό, ακριβώς στην κορυφή τού σχεδόν επίπεδου λόφου, αγνοώντας τον άνεμο που το γδέρνει κυριολεκτικά.
Από κοντύτερα φαίνεται πως το οίκημα έχει μια κεντρική πόρτα στην βορειοδυτική πλευρά και ένα μικρό παράθυρο στο πλάι. Μάλλον, λοιπόν, για εκκλησάκι πρόκειται.
Το ερείπιο, παρά την κακή του κατάσταση, αποπνέει μιαν αρχοντιά.
Ίσως είναι η θέση του, το χτίσιμό του ή ίσως πάλι, το ότι με το που πλησιάζει κανείς την είσοδο βλέπει στο εσωτερικό τον βόλτο του βήματος και αντιλαμβάνεται πως πρόκειται για ξωκκλήσι.
Οι γκρεμισμένες εκκλησίες καταφέρνουν να κρατάνε πάντα μεγάλο μέρος από την αίγλη που είχαν κάποτε.
Πάντως, δίνει έντονα την εντύπωση ότι στα νιάτα του θα πρέπει να δέσποζε στην περιοχή.
Πρόκειται για ό,τι απέμεινε από μια προσπάθεια του πατέρα-Αντώνη να αναστηλώσει τον Άγιο Γεώργιο, γιατί γι΄αυτόν πρόκειται.
Η προσπάθεια δεν ευοδώθηκε για λόγους που ξεφεύγουν από τους σκοπούς της ανάρτησης. Έτσι, μέλη σαν και αυτό που φαίνεται εδώ, έμειναν να τα τρώνε ο αέρας και η βροχή.
Μήπως κάποια στιγμή θα πρέπει να συντονιστούν οι κατάλληλοι άνθρωποι και να στήσουν το εκκλησάκι στα πόδια του; Και ποιός θα έλεγε όχι σ' έναν έρανο για να μαζευτεί το απαραίτητο ποσό, ειδικά τώρα που ο Σύλλογος έχει δραστήριους ανθρώπους και ποιός θα έλεγε πως προτιμάει να αφήσει τον Αη-Γιώργη στο χάλι που είναι μέχρις ότου ο καιρός το κάνει θρύψαλλα..;
Εμείς όλοι κάποτε θα φύγουμε...
...μα υπάρχουν πράγματα που τα χρωστάμε στον τόπο που μας γέννησε και μας μεγάλωσε.
Για σκεφτείτε πόσο καλή διαφήμιση θα ήταν για το χωριό μας μια προσπάθεια αναστήλωσης που θα την κάλυπταν όλα τα μέσα σε όλα τα στάδια τής προσπάθειας...
Τέλος πάντων... Προχωράω παραπάνω...
Για να έρθουμε ως εδώ, χρειάστηκε σε κάποιο σημείο να αφήσουμε το ανηφορικό μονοπάτι και να σκαρφαλώσουμε στην μάντρα, αφού δεν υπάρχει διακλάδωση που να οδηγεί έως εδώ. Ξαναγυρνάμε λοιπόν στο μονοπάτι και συνεχίζουμε την ανάβαση.
Δεν γίνεται αλλιώς, σε τραβάει το βουνό να τ’ ανέβεις, σε μαγνητίζει. Ο δρόμος έχει μαρμάρινα σκαλοπάτια σε μικρά διαστήματα, πράγμα που κάνει την ανάβαση παιχνίδι.
Σε αντίστοιχης κλίσης μονοπάτι επάνω από την Αγία Υπακοή τα σκαλοπάτια είναι από σχιστόλιθο και με μεγαλύτερο ύψος βήματος.
Σε μερικά σημεία η στήριξη του δρόμου έχει πέσει. Από τον τρόπο που είναι στιβαγμένες οι πέτρες γίνεται ξεκάθαρο ότι, το βουνό κάποτε θα πρέπει να κατέβαζε πολύ, μα πραγματικά πολύ νερό και για μεγάλο χρονικό διάστημα, που σε κάποια στιγμή θα παρέσυρε και το μονοπάτι.
Δείτε την καταβόθρα που έχει σχηματιστεί ...
...και τον απίστευτο σχηματισμό σ’ ένα γύρισμα του μονοπατιού.
Κρατάω την υπόσχεση του Γιάννη του Θωμά (που μου είπε και το όνομα της εκκλησίας) πως θα με φέρει εδώ πάνω να μου δείξει τα ερείπια άλλης μια εκκλησίας, της Αγίας Μαρίνας, ρίχνω μια ματιά κάτω χαμηλά, στον Άγιο Νικόλα...
...και βλέποντας τις ασκέλες θυμάμαι τον Νικόλα να μου λέει:
«Δεν θα σύρει νερό ο ποταμός εφέτο. Δεν φουσκώσαν καλά οι ασκέλες...»
1 σχόλιο:
τα λεμε τα γραφουμε και μετα τα ξεχναμε.θα τα αφησουμε παλι ετσι.....ατακτως εριμμενα.
Δημοσίευση σχολίου