Τρίτη 26 Ιουνίου 2018

ΜΠΗΤΣ ΜΠΑΡ...


Μια σύγχυση την έχω, αυτό είναι αλήθεια, παραδέχομαι την αδυναμία κατανόησης των «εξελίξεων» που τρέχουν στο νησί.

Είδα αυτήν την ανάρτηση για ένα νέο μπητσόμπαρο στην Άγια Θάλασσα:



Από κάποιον κύριο που δεν τον έχω ούτε καν φίλο στο «Μεγάλο Βιβλίο Της Μούρης Μας»

Ο άνθρωπος απορεί πώς είναι δυνατόν ένα από τα πιο αγνά κομμάτια της Τήνου να δίνεται για τέτοια δραστηριότητα. 

Απορία δεν υπάρχει καμία, ξένος είναι ο άνθρωπος, στην χώρα του δεν υπάρχουν διατηρητέα κτίρια γιατί κανείς δεν έδωσε τα παραδοσιακά κτίρια για αντιπαροχή, δεν καταλαβαίνει πως εδώ πρώτα θα κάνουμε την ματσακονιά και μετά θα τρέξουμε να στοκάρουμε/βάψουμε/κουκουλώσουμε/δικαιολογήσουμε. 

Δεν καταλαβαίνει ο άνθρωπος ότι η διαδικασία είναι απλή: 

χρειαζόμαστε λεφτά, 
τα χρειαζόμαστε τώρα, 
παραλίες έχουμε, 
νοικιάστε τες, 
μαζέψτε λεφτά, 
επαναλάβετε μέχρι να νοικιαστούν όλες οι παραλίες

Πιο ματσωμένοι, πιο μοδάτοι, πιο τρέντυ, ακολουθώντας το παράδειγμα των άλλων, τουριστικών νησιών, νισάφι πιά με την Παναγία! Αυτά ο Δήμος. 
Τα αναμενόμενα δηλαδή, γιατί από πού αλλού να περιμένει; 
Και, μεταξύ μας, προσπαθεί με κάθε τρόπο να κρατήσει το νησί ζωντανό, να μην φεύγει ο κόσμος. 

Αλλά, θα υπάρχει πάντα το ρημάδι το αλλά που θα ρωτάει μέχρι πού θα φτάσει αυτό, πόση ανάπτυξη μπορείς να έχεις με μη παραγωγικές δραστηριότητες. 

Γιατί ο Μαμαλάκης μαγείρεψε με Τηνιακό τυράκι που όμως, λυπάμαι, είναι φτιαγμένο με γάλα φερτό απ΄αλλού, μιας και η ντόπια παραγωγή δεν επαρκεί. 

Και σερβιρίστηκε Τηνιακή μπύρα που μόνον το νερό της έχει Τηνιακό και τίποτε άλλο. Μεγάλη η λίστα της απαξίωσης της ντόπιας παραγωγής, σταματάω.

Αυτά από τον Δήμο λοιπόν και ειλικρινώς, μπράβο του.

Οι υπόλοιποι δεν καταλαβαίνω γιατί χαιρόμαστε. 

Γιατί χαιρόμαστε με τον γάμο του Χρανιώτη, την παρουσία του Ντάνου, το ρομαντικό δείπνο του Λιάγκα, τα βαφτίσια της Σκορδά;

Προφανώς έχουμε ανάγκη την αναγνώριση από αυτή την κατηγορία ανθρώπων. 

Των σχολιαστών του μηδενός, των αναπαραγωγών του τίποτε, των επικριτών του μήκους της φούστας της τάδε μοντέλας, των πρωταθλητών του σερβάιβορ, των δημιουργών του αντιπολιτισμού δηλαδή, της εύπεπτης χλαπάτσας που μας σερβίρουν και μεις την δεχόμαστε γιατί «Μωρέ και τι έγινε δηλαδή; Πάθαμε τίποτε τόσο καιρό που τα βλέπουμε;» 

Όχι. Ούτε μπιμπίκι βγάλαμε, ούτε στα χάπια πέσαμε.


Μόνον που χάσαμε κάθε έννοια αξιοπρέπειας και κριτικής ικανότητας, διάκρισης του καλού και του επικίνδυνου. 
Θεωρούμε φυσιολογικό να βλέπουν τα παιδιά μας αυτά τα σκουπίδια και να τα έχουν σαν πρότυπα.

Κι αυτό κατανοητό στην τελική όμως. 


Για χάρη όλων των πρωταθλητών στην κατινιά μπερδέψαμε την ψυχαγωγία με την διασκέδαση

Ούτε που ξέρουμε την διαφορά του ενός από το άλλο. 

Οπότε χαιρόμαστε που αυτοί που μέχρι χτες επισκέπτονταν άλλα νησιά και «τα έβγαζαν από την αφάνεια», σήμερα επισκέπτονται το δικό μας σαν σωτήρες, οι «εξωραϊστές» από τη μια και οι ιθαγενείς από την άλλη.

Από Μαυρογιαλούρο και δώθε δεν αλλάξανε και πολλά στην τελική. 

Σαν τους πολιτευτές των παλαιότερων χρόνων που σηκωνόμαστε όταν περνάγανε και αναγκαστικά χαμογελαστοί τους δίναμε το χέρι, στα μηδενικά που κατέστρεφαν τον τόπο, που ερήμωναν με τις αποφάσεις τους την ελληνική επαρχία εμείς καταθέταμε τα σέβη μας και την δουλοπρέπειά μας. 
Αναγκαστικά.

Το ίδιο και στους σελέμπριτιζ σήμερα. 
Σέλφι με τα αφεντικά της παρακουλτούρας. 
Βοθροκάναλα αυτοί; 
Παλαμάκια εμείς. 
Αναγκαστικά. 
Αλλιώς, το νησί "θα μείνει στην αφάνεια..." 

Τις κατίνες της γειτονιάς που κοροϊδεύαμε και μας ενοχλούσαν όταν άπλωναν την αδιακρισία τους στην αυλή μας, όχι μόνον τις παρακολουθούμε ανελλιπώς στα πρωινάδικα, αλλά και τις θεωρούμε απαραίτητες για την άνοδο της κοινωνικής υποστάθμης του νησιού.

Ειλικρινά, αυτή είναι η ανάπτυξη που είχαμε στο μυαλό μας;

Ας αναρωτηθούμε αυτό μόνον. 
Αν μας δινόταν η ευκαιρία να επιλέξουμε ανάπτυξη θα επιλέγαμε τις υποκλίσεις στις τηλεκατίνες και στα τηλεμηδενικά, ή κάτι άλλο; 

Γιατί αν επιλέγαμε από μόνοι μας την θέση του οσφυοκάμπτη, τότε κάτι δεν πάει καλά…

Η αλλαγή της ταυτότητας του νησιού είναι βίαιη. 

Τόσο βίαιη που δεν έχουμε καν δρόμους, δεν υπάρχει πρόσβαση στις πολυδιαφημισμένες παραλίες (για πάτε μέχρι Κολυμπήθρα ντάλα Αύγουστο...), και όταν φτάσουμε εκεί δεν έχει πού να παρκάρεις. 

Και θα αναγκαστούμε να σχεδιάσουμε εκ των υστέρων, ρωμαίικα, παραδοσιακά, πρόχειρα και με διαδικασίες αρπακτικών, δρόμους και πάρκινγκ και θα τα κάνουμε χειρότερα από ότι είναι τώρα. 

Αλλά, στο μεταξύ θα έχουμε βγάλει λεφτά, οπότε ας πάει και το παληάμπελο.
Ξεκαθαρίζω ότι δεν έχω κάτι με τους ιδιοκτήτες του μπητσόμπαρου στην Άγια Θάλασσα, αφορμή για μερικές σκέψεις ήταν, εύχομαι μόνον να έχουν συνείδηση της ιδιαιτερότητας του νησιού, να είναι συνεπείς προς τον τόπο και να κάνουν την μικρότερη δυνατή ζημιά.
Με αυτή την προϋπόθεση εύχομαι ειλικρινώς, καλές δουλειές!



Τρίτη 22 Μαΐου 2018

ΜΟΝΟΝ ΑΝ ΓΙΝΟΥΜΕ ΚΛΕΦΤΕΣ...



Περνάει δίπλα μου μια μηχανή μεγάλου κυβισμού, κράνος, μπουφάν, γάντια. 

Σκέφτομαι πως ο αναβάτης τηρεί όλους τους κανόνες ασφαλείας, υπάρχει όμως και κάτι άλλο που θεωρεί δεδομένο, λαμβάνει υπ όψιν του σαν σίγουρο: 
ότι εγώ, ο πλησίον οδηγός, δεν θα κάνω καμιά τρέλα, δεν θα στρίψω απρόσεκτα, δεν θα έχω αλλού το νου μου παρά στο τιμόνι, δεν θα περιφρονήσω την παρουσία του.
Και αυτά τα κάνω όχι μόνον γιατί υπάρχει νόμος, αλλά, γιατί ακόμη και αν πάψει να υπάρχει ο νόμος θα συνεχίσω να τα κάνω από σεβασμό στην ανθρώπινη παρουσία

Ο αναβάτης μπορεί να είναι εγκληματίας, ληστής, κλέφτης, βιαστής, φασίστας, ναζιστής. 
Δεν ζητάω ούτε πιστοποιητικό φρονημάτων ούτε προτέρου εντίμου βίου για να τον σεβαστώ. Τα θέματά του θα αντιμετωπιστούν από εκείνους που πρέπει, εκεί που πρέπει, με τον τρόπο που πρέπει. Στον δρόμο είναι μια ανθρώπινη ύπαρξη και σαν τέτοια απολαμβάνει τον σεβασμό που απαιτώ και εγώ από τους άλλους.

Κάπως έτσι, σαν έναν αναβάτη μηχανής, βλέπω το παιδί μου. 
Έτσι προσπαθώ να δω τα παιδιά όλων μας. 

Σκέφτομαι πως τους οφείλουμε να μεγαλώσουν σε μια κοινωνία όπου θα σέβεται ο ένας τον άλλον, θα συνδιαλέγεται μαζί του με μέγιστο σκοπό (πίσω από τον εκάστοτε σκοπό) να μείνουν ενωμένοι σαν κοινωνία. 

Αν αύριο διαφωνήσουν για το αν ο δρόμος θα περάσει πάνω από το χωριό ή κάτω από το χωριό...


...θα πρέπει να έχουν στο μυαλό τους ότι η διαφωνία θα πρέπει να γίνει με τρόπο ώστε στο τέλος της συζήτησης, να μην έχουν διχαστεί, να είναι και πάλι ενωμένοι σε μια κοινωνία. 

Φοβάμαι τα παιδιά των φασιστών, των «πατριωταράδων»...
 ...των «φυλετικά ανώτερων»...


....των φανατικών γαυροβάζελων...


....τρέμω τα παιδιά των κομματόσκυλων...

 
...τα παιδιά των βολεμένων, τα παιδιά με το «σωστό» χρώμα, τα παιδιά τα γεννημένα με «κυριαρχικά δικαιώματα» επάνω σε υπηρέτριες, σοφέρ, εργάτες, τα παιδιά με «βαρειές κληρονομιές».


Κοντολογίς, φοβάμαι τα παιδιά που γαλουχήθηκαν με την εντύπωση ότι υπερέχουν των άλλων παιδιών... 
 
...για κάποιον απροσδιόριστο, αυτοπροσδιοριζόμενο λόγο.

Φοβάμαι το κακό που μπορούν να κάνουν στα παιδιά των άλλων που μη έχοντας τέτοιες προσλαμβάνουσες θα τα αντιμετωπίσουν χωρίς φόβο. 

Τον «ανώτερο» όμως, τον «ξεχωριστό», τον «γεννημένο για να νικάει»...



...θα πρέπει να τον αντιμετωπίζουν με προσοχή

Γιατί αν νιώθει έτσι, σημαίνει ότι το μυαλό μέσα στο κεφάλι του είναι κλειστό, νεκρό από νωρίς. 

Ποιος να φταίει άραγε… Τα πρότυπά μας, οι γονιοί μας οι ίδιοι, η κοινωνία "η άτιμη";

Αυτό που ξέρω με σιγουριά είναι πως όλο αυτό αντιμετωπίζεται μόνον αν γίνουμε κλέφτες.

Υπάρχουν τόσα πράγματα εκεί έξω να κλέψει κανείς: ιδέες, σκέψεις, στάσεις ζωής, απόψεις, λέξεις, μουσική, ήχοι, χρώματα, ζωγραφιές, γλυπτά, εικόνες, καθημερινότητα. 

Πώς να πεις σε έναν φανατικό να ανοίξει ένα βιβλίο, να διαβάσει λογοτεχνία; 

Μα του έχει δώσει γραμμή ο αρχηγός, του έχει θέσει τα όρια...

 ...μέσα στα οποία θα «καλλιεργείται».

Πώς θα πείσεις έναν φασίστα να πάει σε μια έκθεση ζωγραφικής; 


Μα αν ο πίνακας είναι έξω από την κατανόηση που έχει για την φύση και την αναγκαιότητα της Eλεύθερης Tέχνης 
ακόμη και όταν δεν την καταλαβαίνουμε και απλώς την αντιλαμβανόμαστε...


...γιατί και η τέχνη γι’ αυτόν θα πρέπει να εξυπηρετεί κάποιον «ανώτερο σκοπό»...

 ...απλώς θα φύγει με τις ιδέες του ακόμη πιο σκληρές, πέτρες, βράχους θεόρατους. 

Πώς θα πείσεις έναν γαυροβάζελο να δει μια καλή ταινία; 

Αφού το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι η γραμμή αποκτήνωσης που του δίνει ο δικός του αρχηγός. 

Ο φόβος είναι ο εχθρός της ελευθερίας. 

Της ελευθερίας να επιθυμώ βαθειά μέσα μου να σέβομαι τον άλλον
να ζω σε κοινωνίες με ισότιμα μέλη 
και αυτή η ισοτιμία να προκύπτει από τον απλό λόγο του σεβασμού της ανθρώπινης φύσης.

Κλέψτε όσο είναι νωρίς, και μάθετε και τα παιδιά να κλέβουν. 
Να ανοίγουν τα βιβλία... 


...και να κλέβουν λέξεις, εκφράσεις, σκέψεις, στίχους, ομορφιά, την άλλη άποψη. 

Να βλέπουν πίνακες και να κλέβουν τα χρώματα, τα σχήματα, το διαφορετικό και καμιά φορά ακαταλαβίστικο...


...την άλλη ματιά, την άλλη άποψη.

Να κλέβουν από ταινίες που θα τα κάνουν να σκέφτονται, να προβληματίζονται... 


...να θέλουν να μιλάνε για την άλλη άποψη, για αυτό που δεν φαντάζονταν ότι υπάρχει.

Να παθιάζονται με την γνώση, να θέλουν να την κλέβουν από όλους. 

Από την γιαγιά που μαντάρει μια κάλτσα, που κονταίνει ένα παντελόνι, τον παππού που μπολιάζει ένα δέντρο, που φυτεύει πατατιές, την γειτόνισσα που ζυμώνει και φουρνίζει, τον μάστορα που χτίζει μια ξερολιθιά, τον αρχιτέκτονα που ενσωματώνει το έργο του στο τοπίο, τον γλύπτη που βγάζει τη μορφή μέσα από την πέτρα, τον μάγειρα, τον χτίστη, τον αγρότη, τον εργάτη, τον μουσικό, τον χορευτή, τον επιστήμονα, από όλους έχει κάτι να κλέψει. 

Να το κάνει όχι γιατί του το επιβάλλει κάποιος, 
να το κάνει για να είναι το μυαλό του πάντα ανοικτό, για να μεγαλώσει αλλά να μην γεράσει...

...γιατί αν δεν το κάνει θα είναι νεκρό από τα είκοσι... 



...γιατί καμία κοινωνία δεν θα το σηκώνει και σε καμία κοινωνία δεν θα μπορέσει να ανήκει, θα καταλήξει στα χάλια του πατέρα του...


...να αναπαράγει ένα στείρο είδος κατάλληλο μόνον για μίσος. Απεριόριστο μίσος. 

Γιατί το αντίθετο του μίσους δεν είναι η αγάπη, αλλά ο σεβασμός.



Τετάρτη 21 Μαρτίου 2018

Ο ΦΑΡΟΣ ΣΤΗ ΛΙΒΑΔΑ

Καμιά φορά νιώθω άσχημα που ό,τι γράφω εδώ μέσα είναι γκρίνια.

Ανησυχία, δηλαδή, αλλά μέσα σε όλα τα χαρούμενα που διαβάζω τριγύρω για το νησί, για άλλους τομείς, ακούγονται σαν γκρίνια.

Ευτυχώς γκρινιάζουν κι' άλλοι. 

Να, βρήκα πρόσφατα τον Μάρκο τον Αλβέρτη, άγνωστος εντελώς για μένα και θα παρέμενε άγνωστος αν δεν γκρίνιαζε για κάτι, νάναι καλά.

Ο Μάρκος λοιπόν (και μαζί του και κάποιος Αργύρης Μωραΐτης, ούτε αυτόν τον γνωρίζω τον άνθρωπο) γκρινιάζει για τον Φάρο στη Λιβάδα, που όπου νάναι, θα τον βλέπουμε μόνον στις φωτογραφίες. 

Γιατί; 

Μα γιατί ο Φάρος στη Λιβάδα δεν είναι παραλία να πάς να ανοίξεις μπιτσόμπαρο να χώσεις και μια σαραντάδα ομπρέλες και να κονομάς. Δεν είναι καν μεζεδοπωλείο ή παραδοσιακή ταβέρνα να στείλεις κόσμο να γνωρίσει την κουζίνα του νησιού.

Φάρος είναι πανάθεμά τον και μάλιστα παλιός, κι ας είναι και δέκα μέτρα ψηλός, σαν δεύτερος όροφος αστικής πολυκατοικίας περίπου για να πάρετε τα ίσα. 

Βρίσκεται απέναντι από τη Μύκονο (είπα Μύκονος και σας τράβηξα την προσοχή), στο ακρωτήριο Παπάργυρος και είναι ο μόνος φάρος στην Τήνο που είναι προσβάσιμος από την ξηρά. 


Χτίστηκε το 1910, εφτά χρόνια μετά το αδερφάκι του στο Δύσβατο (στενό Άνδρου-Τήνου), που το αδερφάκι του όμως είναι πιό τυχερό γιατί ανακαινίστηκε πρόσφατα. Ο Φάρος είναι διώροφος και μέχρι το 1972 είχε φαροφύλακα. Ποιός νάταν, ποιό το όνομά του, αγνοώ. Σήμερα λειτουργεί με φωτοσυλλέκτες. Ναι, λειτουργεί, άμα δεν ήταν λειτουργικός θα τρέχαμε να τον επισκευάσουμε. 

Τώρα όμως είναι απλώς ετοιμόρροπος. 


Να θυμηθούμε όταν με το καλό πέσει να πάμε να κλάψουμε πάνω από την τοπική ιστορία που χάνεται. 
Δεν ειρωνεύομαι καθόλου, απλώς προτείνω να κάνουμε το ίδιο που κάναμε και με τους περιστεριώνες, τους πύργους, τα σπίτια, και τα ολόκληρα χωριά. 


Α! ξέχασα! μπορούμε όταν με το καλό πέσει ο Φάρος να πάμε να κάνουμε μια συναυλία ή μια εικαστική παρέμβαση
Αυτό να κάνουμε! Και αυτό τόχουμε κάνει. 
Θέλω να πω, έχουμε την εμπειρία του πώς αφήνουμε κάτι να παρακμάσει, να καταστραφεί και μετά να του αποδώσουμε φόρο τιμής.   


 Από δώ και κάτω ξέρω πως έχω ήδη χάσει τους μισούς αναγνώστες της ανάρτησης.

Αντί να γράψω για υπέροχες παραλίες, συγκλονιστικούς μεζέδες, μοναδικά ηλιοβασιλέματα και παραδοσιακά στενοσόκακα που ενδιαφέρουν τους τουρίστες, πάω και γράφω για Φάρους στην άκρη του κόσμου. 

Συνεχίζω όμως, απαριθμώντας μερικές από τις ζημιές που αν θέλουμε να μην έχουμε πού να κάνουμε εικαστική παρέμβαση ή συναυλία μνήμης, θα κάνουμε την βλακεία να μαζέψουμε λεφτά και να πάμε να τις επισκευάσουμε (οι φωτογραφίες είναι σε τυχαία σειρά):

1. έχουν πέσει τα επιχρίσματα των οροφών και των πλευρικών τοίχων του φάρου, οι σοβάδες δηλαδή.



2. έχουν καταρρεύσει τμήματα της λιθοδομής στις όψεις του φάρου και πάνω από το πρέκι της εισόδου.


3. υπάρχει ρωγμή πλάτους ενός εκατοστού, που διατρέχει αρκετά μέτρα στην επιφάνεια του κτιρίου.




4. όλα τα ξύλινα πρέκια των κουφωμάτων έχουν σαπίσει και έχουν πάθει ζημιές τα υπέρθυρα.



5. το δώμα του φαρόσπιτου έχει ρήγματα και σε μερικά σημεία έχει καθήσει.



6. η οροφή του παράσπιτου έχει καταρρεύσει.


7. η περίφραξη έχει και αυτή καταρρεύσει.



8. ο φάρος δεν έχει τζάμια γιατί έχουν σπάσει.



9. το κιγκλίδωμα του κλωβού του φάρου έχει καταστραφεί από την σκουριά.




Σπεύδω να καταδικάσω τους παλαιούς του νησιού που δεν έκαναν καθόλου καλή δουλειά με αποτέλεσμα να πρέπει εμείς σήμερα να τρέχουμε να διορθώνουμε τις τσαπατσουλιές τους για να μην πέσει ο Φάρος στην Λιβάδα. 


Που για να λέμε την αλήθεια τί μας κόφτει εμάς αν πέσει, οι περισσότεροι δεν έχουμε πάει ποτέ μέχρις εκεί και θα μας δοθεί μια καλή ευκαιρία άν πέσει και κάνουμε καμιά εκδήλωση με κανέναν καλλιτέγνη.


Αφήνω τον Μάρκο Αλβέρτη και τον Αργύρη Μωραΐτη στην προσπάθειά τους να μας καταστρέψουν την προοπτική μιας τέτοιας διασκέδασης με την σελίδα τους στο facebook:



και με την προσπάθεια που κάνουν να μαζέψουν κανένα φραγκάκι με συναυλίες και άλλες εκδηλώσεις.


Τέλος πλάκας. 
Αν δεν νιώσατε ντροπή με τις φωτογραφίες που είδατε, τότε ετοιμάστε τα καλά σας για συναυλία και εικαστική παρέμβαση.







Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2018

ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΣ ΜΗΔΕΝ...

Καθισμένος εδώ, μέσα στο κέντρο της παραγωγικότητας, σκέφτομαι. 
Σκέφτομαι τις πεταμένες μέρες μου. 
Εκείνες δηλαδή που καταναλώνω στο νησί. 
Που κάθομαι και δεν δουλεύω δηλαδή. 
Που παίρνω μια δυο μέρες άδεια και πετάγομαι τάχα για να δω αν  το σπίτι είναι καλά. 
Και μειώνω το εργατικό δυναμικό της χώρας κατά ένα άτομο τις μέρες εκείνες. 
Αντί να παράγω παίρνω τα βουνά. 

Αδιαφορώ ξαφνικά για το ποιος κρατάει το τιμόνι αυτής της χώρας, και κάθομαι και αναρωτιέμαι ποιος άραγε να κράταγε το τιμόνι αυτό εδώ 

...όταν φόρτωνε ξεφόρτωνε μετέφερε ξεμπάζωνε άλλαζε το νησί. 
Άχρηστες σκέψεις. Δεν ωφελούν σε τίποτε. 
Το νησί δεν με έχει ανάγκη, αυτό είναι το χειρότερο. 
Ή μάλλον, το χειρότερο είναι πως το έχω πλέον καταλάβει ότι το νησί μπορεί να κάνει και χωρίς εμένα.

Τι να κάνει το νησί άλλον έναν υπάλληλο γραφείου; 
Εδώ χρειάζονται χέρια και κότσια, μαζί πάνε αυτά ανέκαθεν, για να μπορείς να μπαίνεις εσύ και να βλέπεις αυτά...

...αραδιασμένα κάτω από το τζάμι της βιτρίνας. Να τα πηγαίνεις δώρο Δευτέρα πρωί σε συναδέλφους και Τρίτη πρωί να καμαρώνεις για τους επαίνους για το Τηνιακό τυράκι. 

Ρε δε με παρατάτε όλοι σας..!
Ας ήμουν στο νησί και ας μην το τρώγατε ποτέ ή, καλύτερα για εσάς, ας ερχόσασταν εκεί να το φάτε.

Γιατί έχει άλλη γεύση όταν προηγουμένως έχεις κάνει όλη την διαδρομή μέχρι να φτάσεις στο τυράκι, όταν έχεις δει τον κάβο στο Γαύριο αδέσποτο...

...και το λιμάνι να σε κοιτάει να φεύγεις, 

...όταν έχεις χαθεί σε αυτό το μπλε που αναδεύεται βίαια...
...ε, τότε λες, θέλω δυό ωρίτσες ακόμη, σαράντα λεπτά από την ώρα που θα δεις τα Ιστέρνια, για να πατήσεις εδώ, να περάσεις μια γρήγορη μέσα από την Χώρα

...και να κάνεις για τα Κάτω Μέρη, για το μεγάλο χωριό.

Καθόλου παραγωγικός δεν γίνομαι εκείνες τις μέρες, ομολογώ, καθόλου παραγωγικός. 
Χαζεύω δέντρα, κι όχι εκείνα τα περήφανα, τα ολόρθα που σημαδεύουν τον ουρανό. 
Κάτι άλλα, μη παραγωγικά, σκυμμένα ως το χώμα, πεισματικά ζωντανά.

Άδειους δρόμους, χωριά χωρίς τουρίστες, τραπεζάκια άδεια, καρέκλες αθόρυβες.

Κι’ αν είμαι τυχερός, ε, τότε ρίχνω την παραγωγικότητά μου κάτω από το μηδέν. Πετάγομαι μέχρι αυτήν εδώ την λίμνη...

...και χάνομαι. Εντελώς ασυνείδητος, προκλητικά απαθής στις ανάγκες της αγοράς που ζητάει καλύτερη αξιοποίηση του εργατικού δυναμικού, αράζω στο καφενεδάκι και σπαταλάω πολύτιμο χρόνο για το τίποτα. 

Φοβάμαι πως ένα κομμάτι του εαυτού μου χαίρεται εκείνες τις ώρες. Τρέμω, για να είμαι ειλικρινής, τρέμω στην ιδέα πως μπορεί να συνηθίσω να μην παράγω.
Προσπαθώ να καταλάβω ποιο στραβό κομμάτι μέσα μου εκστασιάζεται με εικόνες σαν αυτήν...

 ....και σαν αυτήν...

ή ακόμη και σαν αυτήν...

...και λέω πως δεν υπάρχει μέλλον για μένα, καμιά ελπίδα.

Μετά περνάει το Σαββατοκύριακο. 

Δευτέρα πρωί θα τρέχω να επανενταχτώ στον παραγωγικό ιστό της χώρας, σαν γατί που προσπαθεί να διασχίσει την εθνική οδό. 
Θα πέσω με τα μούτρα μέσα στον διαθέσιμο χρόνο και θα πασχίσω να σφηνώσω μέσα του και όλον τον χαμένο. 
Και κείνος θα περνάει στο μεταξύ.

Και θα τον αντιλαμβάνομαι μόνον όταν κάποια απογεύματα βλέπω αυτές τις δύο μπέμπες... 

...να πίνουν καφέ παρέα...

...και να λένε αυτά που λένε οι μπέμπες ανεξαρτήτως ηλικίας, και που δεν τα ξέρω και ούτε και θα τα καταλάβω και ποτέ,
ίσως κιόλας να με σχολιάζουν, να λένε πόσο βιαστικά πίνω τον καφέ μου ενώ δεν θάπρεπε, 
παρατάτε με, 
προσπαθώ να γυρίσω στην κανονικότητα της εργασίας και με κρατάτε απασχολημένο!





ΚΑΛΩΣ ΗΡΘΕ ΤΟ ΔΟΛΛΑΡΙΟ !

Αγαπητοί τουρίστες, Αρχικώς, καλώς ήρθατε στο νησί μας!  Που σε λίγα χρόνια, αν όλα πάνε καλά, θα είναι ολόϊδιο με όλα τα άλλα νησιά των Κυκ...