Άκου τώρα. Πήγα δυό μέρες στο νησί, να δω λίγο το σπίτι, ξέρεις, όλα αυτά που σε ανησυχούν όταν είσαι μακρυά. Δεν φτάνουν δυό μέρες, κακά τα ψέματα. Θάθελα μια βδομάδα, δέκα μέρες, καμμιά εικοσαριά μήνες, έτσι, να πω ότι το ευχαριστήθηκα.
Δυό μέρες μου αναλογούσαν όμως, δυό μέρες πήρα, πήγα, πήρα την δόση μου, είπα "Τί σκατά κάνω εγώ στην Αθήνα", καμμιά πενηνταριά φορές τόπα αυτό, μετά μπήκα στο παπόρι και προσγειώθηκα εις τας Ραφήνας και χέστα μετά, μην τα ρωτάς καθόλου.
Θα στα πώ χωρίς ωραίες λέξεις, δεν έχω, μου τελειώσανε, τις έβαλα όλες σε προηγούμενες αναρτήσεις. Και θα στα πω με όποια σειρά τύχει, όπως πέσανε οι φωτογραφίες εδώ μέσα.
Ήπια ένα καφεδάκι στην παραλία, μέσα από εκείνα τα βολικά και αντιαισθητικά νάιλον, που κρατάνε το κρύο έξω. Μη φανταστείς το πολύ το κρύο, αλλά, έτσουζε ελαφρώς.
Χαλάρωσα λίγο, σκέφτηκα την ίδια θέα το καλοκαίρι, με όλους εκείνους να πηγαινοέρχονται μπρος από αυτό τον πεζόδρομο που είναι βαμμένος πράσινος και έχει ζωγραφισμένα ανθρωπάκια πάνω του.
Πεζοδρόμιο; Πώς και δεν είχε φτιαχτεί πεζοδρόμιο από την από δω πάντα που είναι οι καφετέριες. Θυμάται κανείς πού περπατάγαμε όταν πηγαίναμε μέχρι τον Κουρσάρο;
Ο ελληνικός είναι ο μόνος παρήγορος καφές. Αυτό έχω να σου πω και κράτα το.
Μονός, όχι διπλός. Έχει όση διάρκεια χρειάζεται ακριβώς για να σκεφτείς αυτά που πρέπει, να αποφασίσεις ή να μην αποφασίσεις. Δεν είναι ας πούμε, σαν το φραπέ. Αυτός έχει διάρκεια να σκεφτείς και να αλλάξεις και γνώμη καμμιά δεκαριά φορές, είναι καφές της συντροφιάς, από κείνες που κάθε φράση τους έχει το πολύ δέκα λέξεις. Ο ελληνικός θέλει περίσκεψη από γεννησιμιού του.
Νάσαι πάνω απ΄την φωτιά να μην χυθεί ή να μην χαλάσει το καϊμάκι. Δεν πατάς ένα κουμπί και πάς και παίρνεις το φλυτζανάκι γεμάτο, δεν βαράς στο χτυπητήρι κι' άμα αφρίσει είναι έτοιμος.
Πηγαίνοντας προς το αυτοκίνητο, παρκάρω πάντα μακρυά επίτηδες, είδα και τούτο 'δω...
...και είπα πως αρκετή κουβέντα και μπόλικο παραμύθι έχει πέσει με την τεράστια αυτή απειλή, που με το ζόρι πάνε να μας φορέσουν στο κεφάλι αυτοί που δεν έχουν πατρίδα. Άφησα την σκέψη να κρέμεται μέσα κει, οδήγησα, ανέβηκα από τον παληό δρόμο, όπου έπεσα πάνω σε αυτό:
"Βρε τί κόσμημα για τον τόπο είναι τούτο δω!", ήταν ή πρώτη μου εντύπωση. Μετά βέβαια, είδα την επεξηγηματική ταμπέλα που εξηγούσε πως πάνω δω θα καθαρίζονται τα λύματα της δώθε περιοχής που είναι μέσα της και η Χώρα.
Να θυμηθώ να ρωτήσω αν το νησί έχει και πέρα περιοχή, και τί θα γίνει με κείνα τα λύματα, εκτός κι΄ αν ενεργούμαστε στα Κελλιά, στην Κώμη και στην Περάστρα και το παράγωγο φτάνει εδώ κάτω με κάποιο μαγικό τρόπο.
Σε χάλασα με όλα αυτά τα δύσκολα που σκέφτομαι, οπότε πάρε ένα κοπαδάκι να ξεκουραστεί λίγο το μάτι σου. Ήχο δεν κατάφερα να βάλω στην εικόνα, πάντως, σε βεβαιώ, ήταν μια προβατίνα που έλεγε με μπάσα φωνή "μπεεε" και την ακολουθούσαν και δυό μωρά που δεν έλεγαν τίποτε.
Σκέφτηκα το Πάσχα που έρχεται, πήρα τα μάτια μου από πάνω τους (ενοχές...), έβαλα μπροστά και ξεκίνησα.
Θυμάσαι τότε που δοκιμάζανε τα καινούργια όπλα πάνω στις πινακίδες, να δούνε πόσες "ασκαγιές" μάζεψε; Νόμιζα πως δεν είχε απομείνει καμμιά, εκεί στην στροφή για τον Σπεράδο βρήκα μία, δές τηνα κι' αυτήνα.
Το πιό όμορφο χωριό της Τήνου για μένα είναι ο Σπεράδος. Σταματάω απέναντι καμμιά φορά και τον χαζεύω, και λέω, ας μην τον πάρουν χαμπάρι και έρθουν και χτίσουν τριγύρω, και του χαλάσουν αυτή την συμμετρία που έχει, αυτό το ιδανικό μέγεθος, αυτό το σημείο που είναι χτισμένος ας μείνει έτσι ανέπαφο.
Πεντακόσιες φορές έχω περάσει, πεντακόσιες φορές ήμουνα θεόστραβος και δεν είχα δει τούτο δώ...
...που είναι το κατώτερο τμήμα του Ζ'γαλάδου, που όπως μου είπε ένας ευγενέστατος Σπεραδιανός που ξέχασα να ρωτήσω το όνομά του, πάνε διακόσια χρόνια που έχει ερημώσει.
Δες κι' ένα από κείνα τα αλώνια που είναι μαθήματα αρχιτεκτονικής, το ξέρω ότι τα ξέρεις, αλλά, ρίξε μια ματιά και πές μου: φταίω εγώ που έχω φωτογραφημένα καμμιά εκατοστή από δαύτα..;
Και κει που πας να πεις, πάει, τελειώσαν όλα, παίρνεις τον ανήφορο από τον Πάρλα προς τον Καρκάδο και αναγκαστικά σταματάς.
Δεν υπάρχει πιό ελπιδοφόρα εικόνα από 'κείνην ενός χωραφιού που έχουν κάνει ζευγάρι (που "έχουν οργώσει", για τους αμύητους). Όλη η ελπίδα του κόσμου βρίσκεται σ' ένα σπαρμένο χωράφι, ό,τι πολυτιμότερο μπορούμε να κάνουμε για να αλλάξουμε τον κόσμο είναι μέσα 'κει.
Μετά πέφτει το μάτι σου παραδίπλα, και χάνεσαι σε κείνο το φωτερό πράσινο, θες να απλώσεις το χέρι σου να αγγίξεις όλο αυτό με μια τεράστια παλάμη, να καθαριστείς από όλο το τσιμέντο της ζωής σου, πραγματικό και μεταφορικό, να φύγει από πάνω σου όλη η βρωμιά της πόλης.
Το καλό είναι ότι φέτος είχε νερά. Πολλά νερά, και σε παρακαλώ, μην αρχίσεις πάλι εκείνο το τροπάρι για τα μικροφράγματα στα λαγκάδια, για το νερό που πάει χαμένο, κάνε μου την χάρη και πάρτο απόφαση, δεν θα υπάρξει ποτέ καμμιά πρόβλεψη για το νερό. Τη μιά χρονιά δεν θα έχουμε να ποτίσουμε τα ζώα και την άλλη θα το βλέπουμε να φεύγει στην θάλασσα.
Εκτός από εκείνο που μερικά δέντρα σκέφτηκαν να αποθηκεύσουν από μόνα τους...
Βράδυασε μετά, και κάθισα στην αυλή με σβηστό το φως να ακούω το χωριό. Ούτε μουσική, ούτε τίποτε.
Τα παιδιά, οι περαστικοί, ένας κούκος πιό αργά, ομιλίες από κάποια αυλή, ένα βέλασμα κι' ένα γαύγισμα. Και κάμποσα ρακάκια, που στόμα έχουν και μιλιά δεν έχουν, είναι όμως μέρος της σκηνοθεσίας.
Το πρωί ξημέρωσε η πιό εκδικητική μέρα της εβδομάδας. Με ήλιο, ένα πολύ απαλό αεράκι, και με τις μυρωδιές του νησιού νάρχονται από παντού. Και με την πρώτη μισοκοιμισμένη σαύρα, τόσο, που σχεδόν κάθισε και την άγγιξα.
Μετά σε μια γωνιά του μεσημεριού βρήκα έναν ηλικιωμένο να τραβάει ποιός ξέρει για που...
...είδα το λιμάνι με μόνο ένα αυτοκίνητο...
...ύστερα βρέθηκα να κοιτάζω τη γραμμή από τις προπέλες του πλοίου...
...τα γνώριμα χωριά της άτυχης νότιας πλευράς του νησιού...
...τα αγαπημένα μου βράχια...
...και τέλος, με λίγο πιό καλλιτεχνική διάθεση, τον φάρο στο Στενό.
Μετά μπήκα μέσα, έπιασα ένα βιβλίο, ξεχάστηκα μέχρι την Ραφήνα. Πάμε πάλι...