Δεν μου το βγάζετε απ΄το μυαλό, μα δε μου το βγάζετε...
Ο Γερμανός πρέσβης εν Ελλάδι, παίρνει το αυτοκίνητό του και
στέλνει και τα υπαλληλάκια του βόλτα στις παραλίες, βόλτα στις πλατείες, στις
ταβέρνες, στα παγωτατζίδικα.
Βλέπει Έλληνες, ΓΙΑ Τ’ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, ΕΛΛΗΝΕΣ, ακόμη να
βγαίνουν έξω, να έχουν ακόμη λεφτά για την κυριακάτικη βενζίνη και να πηγαίνουν
στις θάλασσες και να κολυμπούν, τους βλέπει να πίνουν καφέδες, να τσιμπολογάνε
μεζεδάκια σε ταβερνάκια, να αγοράζουν παγωτό στα παιδιά τους και τότε τον κύριο
πρέσβη τον πιάνει ένα ρίγος, μια δίκαια τρεμούλα, μια ιερή αγανάκτηση τον
πνίγει:
«Εμείς τους κομματιάζουμε κι’αυτοί εκεί!
Να μη λένε να κατσουφιάσουν,
να μην λένε να κλειστούν μέσα ν’ακούσουν τις απειλές μας από τις τηλεοράσεις,
να μας αγνοούν και να συνεχίζουν να βγαίνουν!
Μα δεν έχουν καταλάβει με ποιούς
έχουν να κάνουν;
Με αυτούς που αιματοκύλισαν την Ευρώπη τους (γιατί από την
στιγμή που δεν είναι δική μας, είναι των αλλωνώνε) δύο φορές!
Με αυτούς που
κάψανε τα χωριά τους, που έκλεψαν τον χρυσό και τα αγάλματά τους, με αυτούς που
έστησαν στα τρία μέτρα τους παππούδες και τις μανάδες τους!
Δεν αστειευόμαστε
εμείς!
Είμαστε Άρειοι εμείς, δεν πάψαμε να είμαστε ποτέ ανώτεροι!
Μα τί θέλουν
επιτέλους;
Να πάρουμε τα τανκς και νάρθουμε να δείξουμε τις αληθινές μας
προθέσεις;;;
Πόσα μέτρα ακόμη θα χρειαστούν για να κάνουν ό,τι τους λέμε;!
Ή
τουλάχιστον ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΨΟΥΝ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΧΑΡΟΥΜΕΝΟΙ;;;»
Και μετά πιάνει και τα βάζει όλο αυτό σ’ένα γράμμα, κολλάει
κι΄ ένα γραμματόσημο εξπρές και το στέλνει στην κυρα-Αγγέλα, κλείνοντας με την
παράκληση να συνεχίσει με μεγαλύτερη ένταση, μέχρι ο Ήλιος και η Θάλασσα να
πάψουν να μας κάνουν να συνεχίζουμε γελαστοί.
Και ‘γω που κάθομαι εδώ και ακούω τα νέα στην ΤιΒι να μας λένε
πόσο κακοί γείτονες είναι οι Τούρκοι και πόσο επιβουλεύονται το Αιγαίο μας οι
Βούλγαροι και οι Σκοπιανοί και οι Ρουμάνοι και πόσο θέλουν τα πετρέλαιά μας οι
Ισραηλίτες, λέω «Πάλι καλά...»
Λέω πάλι καλά και ευχαριστώ ειλικρινά τους Θεούς της Ελλάδας
που δεν έχουμε σύνορα με την Γερμανία...