Αναρτήσεις

Φασόλια και ταχίνι...

"Ανέβαινε το λοιπό, ο γέρο-γέρο-Μπινιντές, ο Τζώρτζης ο Μπινιντές, πάνω στο δώμα κι΄αρχίνιζεν: Ακούσατε, ακούστε! Στην Κολυμπήθρα έν΄ καΐκ΄ αραγμένο και κάν΄ πατάτις! Ή ξέρω ΄γω τί άλλο, ό.τι ήταν της εποχής." "Και ακουγόταν απ΄το δώμα ως κάτω στο χωριό;" "Ε, ακουγόταν...Μα ήταν ψηλά το σπίτ΄, στ΄απάνω χωριό, πάνω απ΄τον Άγιο Ζαχαρία, ήκαμιν κι΄αντίλαλο...Και μετά, ένας με τον άλλον το μαθαίναν." "Κι΄άμα φύσαγε, πώς ακουγόταν..;" "Ε, άμα φύσαγε, δεν ερχόταν καΐκ΄..!" Ρούφηξε μιά γουλιά ρακί, δάγκωσε και ένα σύκο ξερό. "Το καΐκ΄τότε έμενε μιά-δυό μέρες και προλαβαίναμε να κάνουμε ο καθένας ό,τι είχιν. Άλλος πατάτες, άλλος λεμόνια. Τότες, τα λεμόνια ήταν με το καμμάτ΄. Μέτραγες, τρία, τέσσερα, πέντε, σαράντα, πενήντα κομμάτια και μετά έγινε με την οκά και μετά πάλι, έγινε με το κιλό. Παράξενο δεν έν΄αυτό..;" "Και πώς γινόταν, πηγαίνατε στην Κολυμπήθρα και τί κάνατε..;" "Εκεί που έν΄σήμερα τ΄ Βάγ΄

ΜΠΟΥΓΑΔΑ...

Πρωί-πρωί Δευτέρα, μόλις τα παιδιά μαζεύτηκαν στο σχολείο των Κελλιών, μονοθέσιο με πάνω από εβδομήντα παιδιά απ΄ τα τέσσερα χωριά, η Φρατζέσκα με την Μαριέττα συναντήθηκαν εμπρός στο τσαγκαριό τού Αλμπέρτη και άρχισαν ν΄ανηφορίζουν προς το ξυνάρι με τo κοφίνι γεμάτο με ασπρόρουχα για πλύσιμο. Κάθε είκοσι με τριάντα μέρες που μαζεύονταν τα άσπρα, βάζανε και μια καλή μπουγάδα. Μεγάλη μπουγάδα κάνανε κι΄όταν ερχόταν άνοιξη κι΄έπρεπε να φυλάξουν τα πιό βαρειά χειμωνιάτικα στην ναφθαλίνη. Γιατί τα καθημερινά, τα σκούρα, αυτά που λερώνονταν στις δουλειές, τα έπλεναν με την πρώτη ευκαιρία στην κοντινότερη πλύστρα τού χωριού, όπου υπήρχε και πηγάδι. Μέχρι και σήμερα, σε πολλά σπίτια των Κελλιών μπορεί να βρει κανείς πηγάδι στο περιβόλι τους, σημάδι ότι το χωριό ανέκαθεν είχε πολλά νερά. Ακόμη και τώρα, μεσ΄το κατακαλόκαιρο, αν γυρίσεις να κυττάξεις προς την Αγία Υπακοή, μπορείς να δεις τις δράφες να μωβίζουν μεσ΄τα λαγκάδια, κι΄αν κάνεις τον κόπο ν΄ανέβεις ως τού Πολέμου τον Κάμπο, δεν θ