Αναρτήσεις

ΜΟΝΟΝ ΑΝ ΓΙΝΟΥΜΕ ΚΛΕΦΤΕΣ...

Εικόνα
Περνάει δίπλα μου μια μηχανή μεγάλου κυβισμού, κράνος, μπουφάν, γάντια.  Σκέφτομαι πως ο αναβάτης τηρεί όλους τους κανόνες ασφαλείας, υπάρχει όμως και κάτι άλλο που θεωρεί δεδομένο, λαμβάνει υπ όψιν του σαν σίγουρο:  ότι εγώ, ο πλησίον οδηγός, δεν θα κάνω καμιά τρέλα, δεν θα στρίψω απρόσεκτα, δεν θα έχω αλλού το νου μου παρά στο τιμόνι, δεν θα περιφρονήσω την παρουσία του. Και αυτά τα κάνω όχι μόνον γιατί υπάρχει νόμος, αλλά, γιατί ακόμη και αν πάψει να υπάρχει ο νόμος θα συνεχίσω να τα κάνω από σεβασμό στην ανθρώπινη παρουσία .  Ο αναβάτης μπορεί να είναι εγκληματίας, ληστής, κλέφτης, βιαστής, φασίστας, ναζιστής.  Δεν ζητάω ούτε πιστοποιητικό φρονημάτων ούτε προτέρου εντίμου βίου για να τον σεβαστώ. Τα θέματά του θα αντιμετωπιστούν από εκείνους που πρέπει, εκεί που πρέπει, με τον τρόπο που πρέπει. Στον δρόμο είναι μια ανθρώπινη ύπαρξη και σαν τέτοια απολαμβάνει τον σεβασμό που απαιτώ και εγώ από τους άλλους. Κάπως έτσι, σαν έναν αναβάτη μηχανής, βλέπω το παι

Ο ΦΑΡΟΣ ΣΤΗ ΛΙΒΑΔΑ

Εικόνα
Καμιά φορά νιώθω άσχημα που ό,τι γράφω εδώ μέσα είναι γκρίνια. Ανησυχία, δηλαδή, αλλά μέσα σε όλα τα χαρούμενα που διαβάζω τριγύρω για το νησί, για άλλους τομείς, ακούγονται σαν γκρίνια. Ευτυχώς γκρινιάζουν κι' άλλοι.  Να, βρήκα πρόσφατα τον Μάρκο τον Αλβέρτη, άγνωστος εντελώς για μένα και θα παρέμενε άγνωστος αν δεν γκρίνιαζε για κάτι, νάναι καλά. Ο Μάρκος λοιπόν (και μαζί του και κάποιος Αργύρης Μωραΐτης , ούτε αυτόν τον γνωρίζω τον άνθρωπο) γκρινιάζει για τον Φάρο στη Λιβάδα, που όπου νάναι, θα τον βλέπουμε μόνον στις φωτογραφίες.  Γιατί;  Μα γιατί ο Φάρος στη Λιβάδα δεν είναι παραλία να πάς να ανοίξεις μπιτσόμπαρο να χώσεις και μια σαραντάδα ομπρέλες και να κονομάς.  Δεν είναι καν μεζεδοπωλείο ή παραδοσιακή ταβέρνα να στείλεις κόσμο να γνωρίσει την κουζίνα του νησιού. Φάρος είναι πανάθεμά τον και μάλιστα παλιός , κι ας είναι και δέκα μέτρα ψηλός, σαν δεύτερος όροφος αστικής πολυκατοικίας περίπου για να πάρετε τα ίσα.  Βρίσκεται απέναντι από τη Μύκονο (είπ

ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΣ ΜΗΔΕΝ...

Εικόνα
Καθισμένος εδώ, μέσα στο κέντρο της παραγωγικότητας, σκέφτομαι.  Σκέφτομαι τις πεταμένες μέρες μου.  Εκείνες δηλαδή που καταναλώνω στο νησί.  Που κάθομαι και δεν δουλεύω δηλαδή.  Που παίρνω μια δυο μέρες άδεια και πετάγομαι τάχα για να δω αν  το σπίτι είναι καλά.  Και μειώνω το εργατικό δυναμικό της χώρας κατά ένα άτομο τις μέρες εκείνες.  Αντί να παράγω παίρνω τα βουνά.  Αδιαφορώ ξαφνικά για το ποιος κρατάει το τιμόνι αυτής της χώρας, και κάθομαι και αναρωτιέμαι ποιος άραγε να κράταγε το τιμόνι αυτό εδώ  ...όταν φόρτωνε ξεφόρτωνε μετέφερε ξεμπάζωνε άλλαζε το νησί.  Άχρηστες σκέψεις. Δεν ωφελούν σε τίποτε.  Το νησί δεν με έχει ανάγκη, αυτό είναι το χειρότερο.  Ή μάλλον, το χειρότερο είναι πως το έχω πλέον καταλάβει ότι το νησί μπορεί να κάνει και χωρίς εμένα. Τι να κάνει το νησί άλλον έναν υπάλληλο γραφείου;  Εδώ χρειάζονται χέρια και κότσια, μαζί πάνε αυτά ανέκαθεν, για να μπορείς να μπαίνεις εσύ και να βλέπεις αυτά... ...αρ