Αναρτήσεις

Στου Καβάση, στα Μπουρμπουνάδικα

Εικόνα
Να ξεκαθαρίσω κάτι: απ’ όλα όσα διασχίζουμε στην περιπέτεια της ζωής μας, άλλα μας αγγίζουν και άλλα όχι. Άλλος γοητεύεται με την τζαζ κι΄άλλος δεν τη καταλαβαίνει. Ένας ανατριχιάζει στον ήχο του κλαρίνου κι’ άλλος το αποστρέφεται. Άλλος τέρπεται στην θέα των κατάφυτων ψηλών βουνών ενώ άλλος δεν μπορεί να είναι μακρυά από θάλασσα.  Άλλος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς βιβλία και άλλος δεν γυρίζει σελίδα. Εκεί που κάποιος σιχαίνεται την βροχή, άλλος την νιώθει να του δροσίζει την ψυχή. Κανείς δεν έχει την υποχρέωση να του αρέσει κάτι που δεν μιλάει στην ψυχή του, εκτός κι΄αν νιώθει την ανάγκη να παίζει έναν ρόλο σ’ όλη του την ζωή, αυτόν του «δήθεν». Γιατί ο πρόλογος; Γιατί πάλι θα γράψω για έναν περίπατο στο νησί. Πάλι η ανάβαση ξεκινάει από γνωστό σημείο, αλλά καταλήγει αλλού. Δεν μπορώ να σας μεταδώσω το δέος που νιώθω πάνω σ’ αυτό το νησί και πιθανόν, να σας φαίνονται επαναλαμβανόμενα πολλά σημεία της ανάρτησης. Απλώς όμως, περιγράφω μια διαδρομή

Μέχρι να ανοιγοκλείσεις τα μάτια σου...

Εικόνα
Κι’ ύστερα θα πούμε, «Ψύχρανε απότομα ο καιρός, βάλε ένα ελαφρύ κουβερτάκι απόψε...» Κατόπιν θα ξυνίσουμε τα μούτρα μας, «Το Σαββατοκύριακο πρέπει να κατεβάσω τα χειμωνιάτικα απ' το πατάρι...» Μετα θα αναρωτηθούμε αν όταν κατεβάζαμε τα χειμωνιάτικα, βάλαμε και το χριστουγεννιάτικο δέντρο κάπως πιο έξω για να τόχουμε εύκολο και θα βάλουμε στο καλάθι κι’ ένα αφρώδες κρασί, μιά «σαμπάνια», για το πρωτοχρονιάτικο τραπέζι, έτσι, για το καλό... Μέχρι να το καταλάβουμε, θα βρεθούμε αμήχανοι ν’ ακούμε τα κάλαντα των Φώτων, και να απορούμε πότε πέρασαν κι’ αυτές οι γιορτές... Κατόπιν, κάποιο Σαββατόβραδο θα καταλήξουμε με μια μουτσούνα στο πρόσωπο και σερπαντίνες στο χέρι, με μια χαιρέκακη, κρυφή σκέψη , πως καλά είναι που κάνουν άλλοι το πάρτυ γιατί, ποιος θα μάζευε στη συνέχεια τόσο χαρτοπόλεμο απ’ τα χαλιά... Ύστερα, θα μας κάψει λίγο το χέρι η καλούμπα, θα αναρωτηθούμε αν έπρεπε νάχαμε πάρει δυό καρούλια σπάγγο ακόμη και θα υποσχεθούμε πως δεν θα