Αναρτήσεις

Εμφάνιση αναρτήσεων με την ετικέτα παράδοση

ΣΤΡΑΓΑΛΑΚΙ ΦΡΕΣΚΟ, ΠΑΙΔΙΑ !!!

Εικόνα
Στραγάλια;  Πετάξου μέχρι το ξηροκαρπάδικο και πάρε ένα τέταρτο!  Θάρθουν το βράδυ κάτι φίλοι να δοκιμάσουμε το καινούργιο ρακί και θέλει στραγαλάκι... Τότε όμως, σε 'κείνα τα χρόνια..;  Στο κομμάτι του νησιού που έχει χαθεί, γιατί κομμάτι του νησιού είναι και η παράδοσή του , υπήρχε και ο τρόπος για να φτιάξεις στραγάλια μιας και η τσατσα-Καρμέλα δεν πούλαγε στραγάλια μα ούτε και κανένας άλλος... Γιατί τί είναι κύριέ μου τα στραγάλια ;  Ερωτώ : τί είναι;  Απάντησις : ρεβύθια είναι!  Μάλιστα, ρεβύθια ξεροψημένα !  Κι΄όχι άντε τα βάλαμε, τα ψήσαμε όπως-όπως και περιμένουμε να φάμε στραγάλι...  Δεν γίνεται έτσι! Πρώτα παίρνουμε καλής ποιότητας ρεβύθια, από τα βραστερά , που λένε στην λαϊκή. Κι΄αυτό γιατί πρέπει να μπορούν να αφυδατωθούν χωρίς να πετσιάσουν. Μετά φτιάχνουμε ένα τζακάκι, μικρό, τοσοδά, με δυό-τρία τούβλα και έναν καμπαρέ από πάνω με κάμποση άμμο από την θάλασσα.  Τη δική μου, κατόπιν σαφούς εντολής της κυρα-Αντέλας την μάζεψα από την Κολυμπήθ

Μια Φραγκοσυριανή στα Κελλιά !

Στην εποχή πριν το youtube και το facebook, τότε που καθόσουν το καλοκαίρι στην αυλή και προσπαθούσες να καταλάβεις σε ποιανού το σπίτι τραγουδούσαν ή σε ποιανής το παραθύρι έκαναν καντάδα, οι μερακλήδες του χωριού έπαιρναν γνωστές μελωδίες και τίς "έντυναν" με δικούς τους στίχους.  Όταν ερχόταν λοιπόν, η ώρα να τραγουδήσουν, ας πούμε, την Φραγκοσυριανή, μόλις τελειώναν οι στίχοι του κανονικού τραγουδιού, πεταγόταν ένας Κελλιανός και συνέχιζε με τα στιχάκια που είχε σκαρώσει, στον ρυθμό πάντα της Φραγκοσυριανής: Θα σε πάρω ν'ανεβούμε Καύκαλο, Αγιά Πακλή, Μπαγκαλάκια, Δυό Π'γαδάκια Και ας μού 'ρθει συγκοπή, Μπαγκαλάκια, Δυό Π'γαδάκια Και ας μού 'ρθει συγκοπή.   Θα σε πάρω ν' ανεβούμε Δυό Βουνά, Ψηλό Βουνί, Μέσα Κάμπο και Πλακάκια για να βγούμε Καρδιανή, Μέσα Κάμπο και Πλακάκια για να βγούμε Καρδιανή. Αφήγηση : Γιακουμής Απέργης - 24/7/2014

Για λίγο παύει η σιωπή...

Εικόνα
Για λίγο παύει η σιωπή σε τούτη ‘δω την άκρια του νησιού.  Για λίγο μόνον, ακούγονται φωνές και γέλια, παιδιά μαζεύονται στο περιαύλιο της εκκλησίας... ...το γλωσσίδι χτυπάει επίμονα το σιδερένιο καύκαλο της καμπάνας... ...τραγούδια τρέχουν ανάκατα με ευχές τριγύρω στα τραπέζια και για λίγο, για πολύ λίγο, ο χρόνος στέκει ακίνητος.  Είμαστε εμείς και ταυτόχρονα οι πρόγονοί μας, λέμε παμπάλαιες προσευχές... ...τσουγκράμε πανάρχαιο κρασί,  ...λουζόμαστε στον ίδιο όπως τότε Ήλιο,  τα χορτάρια σαλεύουν απ΄ τον ίδιο Άνεμο,   κι’ όλο αυτό είναι το τώρα που φτιάχνει το πάντα δίχως εμείς να το αντιλαμβανόμαστε. Άμα θά 'χουμε φύγει, θα πρέπει νά 'μαστε σίγουροι πως δώσαμε στους επόμενους έναν τουλάχιστον λόγο για να συνεχίζουν.  Μέσα σε όλο το χάος μιας πραγματικότητας ειδωμένης μέσα από οθόνες κινητών, θα πρέπει να θελήσουν να σηκώσουν τον εαυτό τους απέναντι στην αληθινή ζωή, στους αληθινούς φίλους. Έχει έρθει το τέλος αυτού που στεγνά

ΤΟ ΛΕΙΑΣΜΕΝΟ ΣΚΑΛΟΠΑΤΙ

Εικόνα
Χίλιες φορές καλύτερος είναι ο αγρότης που βάζει τα χέρια του και βγάζει απ΄το χώμα μια πατάτα ή αρμέγει ένα κιλό γάλα, απ΄όλους τους θεωρητικούς του κόσμου τούτου.   Μαζί και πρώτος απ΄όλους τους θεωρητικούς, ο εαυτός μου.  Ό,τι κι΄αν πώ, όσα κι΄αν γράψω, όσο κι΄αν μιλήσω, η δουλειά του αγρότη θάναι άξια λόγου και θα αποτελεί σημείο αναφοράς, την ώρα που όλες οι κουβέντες θάχουν σβήσει και θάχουν ξεχαστεί. Από τους θεωρητικούς όμως, υπάρχουν και εκείνοι που δεν τους φτάνει η γνώση στα χαρτιά , η πραγματικότητα τούς αναστατώνει, τους ταράζει, τους ξεσηκώνει απ΄τον καναπέ, τους τραβολογάει μέσα στα χωράφια και στις παραγγεριές, απαιτεί απ΄αυτούς να μιλήσουν τη φωνή τους, να μετρήσουν τη Γη πιθαμή την πιθαμή, να διαβάσουν τα ίχνη, να τα μεταφέρουν σε μικρά περίπλοκα μαυραδάκια απάνω στις σελίδες, να περάσουν την βαρειά σκυτάλη της παράδοσης στους επόμενους.  Εκεί γύρω στο ’70, λοιπόν, μια κοπελιά της Σχολής Αρχιτεκτόνων-Μηχανικών, παίρνει ένα διδακτορικό με θέμα: 

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ ΣΤΑ ΚΕΛΛΙΑ

Εικόνα
Μια μέρα που περνάει απαρατήρητη στην μεγάλη, τσιμεντένια πόλη... Στην ουρά για την Μεγάλη Παρασκευή και το Σαββατοκύριακο της Ανάστασης, η Μεγάλη Πέμπτη χάνει το βάρος της... Κι΄όμως, η κορύφωση του δράματος είναι αυτή την μέρα . Είναι η μέρα του Μυστικού Δείπνου , η αμφιλεγόμενη στιγμή της Προδοσίας ,  είναι η μέρα του φευγιού στο Όρος των Ελαιών ,  είναι η μέρα, που πρώτη φορά συναντάμε τον Ιησού να φοβάται , σαν οποιοσδήποτε μελλοθάνατος, για το φως που θα χάσει, άνθρωπος ανάμεσα σε ανθρώπους, θνητός έστω και για λίγο, έστω και συμβολικά.  Η μεγάλη εκκλησία του Αγίου Ζαχαρία γεμάτη κόσμο. Ο δρόμος του Σταυρού... ...η περιγραφή της φυγής... ...η αταξία ενός κόσμου δίχως θεό... Μετά, η απόλυτη μοναξιά στην αναμονή για την σύλληψη... Στεκόμαστε ο ένας δίπλα στον άλλο.  Για λίγο, για όσο κρατάει η λειτουργία, τίποτα δεν μας χωρίζει , ούτε ομάδες, ούτε κόμματα, ούτε σύνορα, ούτε γλώσσα, ούτε συμφέροντα.  Ακουμπάμε ώμο με τον ώμο,

ΜΑΡΙΑ ΑΡΜΑΟΥ (Πασάδαινα):1912 - 2014

Εικόνα
Η Πασάδαινα , όνομα και πράμα, την μέρα που αποφάσισε να μας αφήσει, λοιπόν, σηκώθηκε, ντύθηκε, πλύθηκε και κάθισε στον καναπέ να ζήσει την μόνη βέβαιη στιγμή στην ζωή ενός ανθρώπου: τον θάνατο.  Το φευγιό από την Ζωή, που για τους τυχερούς έρχεται γλυκά ,                   σαν χάδι Τηνιακού αέρα,  σαν ένα γέλιο παιδιού που ακούγεται από τον δρόμο,  σαν το αγκάλιασμα ενός φίλου,  σαν ένα απ΄τα κεράσματα, που έτρεχε να μας τρατάρει κάθε που ανεβαίναμε στο σπίτι της.   Δεν κλαίω την Πασάδαινα.  Τα χρόνια της πολλά, αν και δεν πιστεύω πως υπάρχει κανείς που να είπε ποτέ  «Φτάνει!»   Κι΄όλο κι’ ακούω τον γέρο του Καζαντζάκη που οργιζόταν: «Παναθεμάτονε που θα πει πως χόρτασε!» Κλαίω τον εαυτό μου που έχασε τόσα και τόσα, που δεν κάθησε να μιλήσει ποτέ, που δεν νοιάστηκε να ρωτήσει να μάθει, που άφησε να περάσει από δίπλα του κάτι από την ιστορία του τόπου και δεν της πήρε, δεν της δάγκασε ένα κομμάτι.  Κλαίω για το είδος των ανθρώπων που φεύγουν, για τις

Η Καλή Βραδυά!

Εικόνα
Παραμονή Χριστουγέννων ήταν η Καλή Βραδυά επειδή γεννιόταν ο Χριστός. Κάναμε τηγανίτες, όχι λουκουμάδες, δεν είχαμε αλεύρι, δεν έφτανε, κατοχή ήταν, παίρναν οι Ιταλοί ό,τι αλεύρι βγάζαμε .  Σε μια τηγανίτα μέσα βάζαμε μια δραχμούλα, όπως βάζουμε τώρα την πρωτοχρονιά το φλουρί στην πίτα, μα τότε το κάναμε την Καλή Βραδυά.  Ε, για φαγητό κάναμε συλαδιά , διάφορα ψάρια μαζί με λίγο λάδι, σαν την κακαβιά δηλαδή, γιατί νηστεύαμε. Τα Χριστούγεννα στα Κελλιά γιορτάζονταν τρεις μέρες.  Το πρωί στις 24 γύρω στις δέκα ήταν η πρώτη λειτουργία κι΄έβγαζε ο παπάς τον Σαντίσσιμο που έμενε έξω για 40 ώρες.   Το απόγευμα πάλι στον εσπερινό φοράγαμε τα καλά μας και πηγαίναμε στον Άγιο Ζαχαρία.  Είχε τόσο πολύ κόσμο τότε το χωριό , που τα παιδιά δεν χωρούσανε στις πάγκες και καθόμαστε κάτω κάτω σε μικρά παγκάκια κοντά στην μεγάλη πόρτα της εκκλησίας. Παραμονή του Νέου Έτους, μάς έραβε η γιαγιά μου η Αντέλα ένα πουγγί, που το κρεμάγαμε μ' ένα σπαγγάκι στο λαιμό για να βάζουμε τα λε