Αναρτήσεις

ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΤΕΡΑΤΟΣ

Εικόνα
Στις κλειστές κοινωνίες οι σχέσεις είναι δύσκολες.  « Άσχημο χωριό τα λίγα σπίτια ...»,  όπως λέει και η μάνα μου.  Όλοι ξέρουν όλους, τα καλά, τα κακά και τα κουσούρια τους, τί ψηφίζουν, τί τρώνε με ποιόν γλεντάνε, ποιόν δεν θέλουν να βλέπουν μπροστά τους και κυρίως , ποιός έχει συμφέροντα με ποιόν .  Τούτο το τελευταίο είναι που δομεί ανοιχτά κι΄απροκάλυπτα τις κλίκες που δυναστεύουν τον τόπο όλον.  Κάποια στιγμή όλο αυτό καταλήγει ένα μόρφωμα, ένα πολυκέφαλο τέρας, ένας εκατόγχειρας που απειλεί τους γεννήτορές του τους ίδιους.  Το χειρότερο είναι να το βλέπουμε να διαπράττεται και να μένουμε απαθείς, αγάλματα μέσα στο μάρμαρο των συμφερόντων και κυρίως, των φόβων μας. «Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζε ι» γράφει ο Χατζιδάκης. Και συνεχίζει:   «Η υποταγή ή ο εθισμός σε μια τέτοια συνύπαρξη, ή συνδιαλλαγή, δεν προκαλεί τον κίνδυνο της αφομοίωσης ή της λήθης, του πως πρέπει, του πως οφείλουμε να σκεφτόμαστε

ΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ

Εικόνα
Ξαφνικά μας τελειώσαν οι Κακοί Ευρωπαίοι και τώρα πως θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε να διακινούμε εικονικό χρήμα μέσα κι΄έξω, από τόνα ταμείο στο άλλο..;  Άσε που βαρέθηκε κι’ ο Άδωνις να παίζει σε σικέ τηλεοπτικούς αγώνες με τον Αυτιά. .. Το ΠΑΣΟΚ βολεύτηκε μια χαρά με το νέο, δοκιμασμένο και πιασάρικο ονοματάκι τού ΣΥΡΙΖΑ , θρονιάστηκε μιά χαρά στην Κουμουνδούρου και μάλιστα, σαν πιό έμπειρο στην καρεκλοκενταυρίαση , από ‘κει που ακροκαθότανε στον καναπέ... ...λίγο-λίγο βρήκε ευκαιρία να σούρει τον τετράπαχο πισινό του στο κέντρο του καναπέ , την ώρα που οι άλλοι έλειπαν σε καταμετρήσεις σκουπόξυλων, αντιασφυξιογόνων μασκών και άλλων ανακυκλώσιμων υλικών που είχαν στα σπίτια τους.   Ο ΣΥΡΙΖΑ απ΄τη μεριά του, προσπαθεί να αποβάλλει τους επήλυδες με έμμεσο τρόπο. Σπάει το καλό σερβίτσιο σαν κακομαθημένο κωλόπαιδο για να τους θυμώσει και να φύγουν από μόνοι τους, σαν παρεξηγημένη γεροντοκόρη θειά σε οικογενειακή συνεστίαση... Ο Σαμαράς θυμήθηκε πως ο λαός θέλει Άρτο

ΓΙΟΡΤΕΣ ΣΤΑ ΚΕΛΛΙΑ

Εικόνα
"Παραμονή Χριστουγέννων ήταν η Καλή Βραδυά επειδή γεννιόταν ο Χριστός. Κάναμε τηγανίτες, όχι λουκουμάδες, δεν είχαμε αλεύρι, δεν έφτανε, κατοχή ήταν, παίρναν οι Ιταλοί ό,τι αλεύρι βγάζαμε. Σε μια τηγανίτα μέσα βάζαμε μια δραχμούλα , όπως βάζουμε τώρα την πρωτοχρονιά το φλουρί στην πίτα, μα τότε το κάναμε την Καλή Βραδυά . Ε, για φαγητό κάναμε λαχανοντολμάδες με ρύζι γιατί νηστεύαμε. Τα Χριστούγεννα στα Κελλιά γιορτάζονταν τρεις μέρες. Το πρωί στις 24 γύρω στις δέκα ήταν η πρώτη λειτουργία κι΄έβγαζε ο παπάς τον Σαντίσσιμο που έμενε έξω για 40 ώρες. Το απόγευμα πάλι στον εσπερινό φοράγαμε τα καλά μας και πηγαίναμε στον Άγιο Ζαχαρία. Είχε τόσο πολύ κόσμο τότε το χωριό, που τα παιδιά δεν χωρούσανε στις πάγκες και καθόμαστε κάτω κάτω σε μικρά παγκάκια κοντά στην μεγάλη πόρτα της εκκλησίας. Παραμον ή του Νέ ου Έ τους, μ ά ς έραβε η γιαγιά μου η Αντέλα ένα πουγγί, που το κρεμάγαμε μ' ένα σπαγγάκι στο λαιμό για να βάζουμε τα λεπτά από τους μπουναμάδες όσων θα ε

ΣΤΟΥΣ ΜΥΛΟΥΣ

Εικόνα
Σήμερα θα πάμε μέχρι τους Μύλους , πέρα απ΄τα Κελλιά στον δρόμο που πάει προς την Αγία Μαρίνα και το Βρυσί. Σήμα κατατεθέν της Νότιας εισόδου του χωριού , δεσπόζουν ανάμεσα Ρέντια και Αγιές και παραμένουν επιβλητικοί παρά την εγκατάλειψη και την ερήμωσή τους. Οι παλαιότεροι θα θυμούνται το πλάτωμα εμπρός από τους Μύλους να χρησιμοποιείται σαν γήπεδο ποδοσφαίρου , παρά την κλίση του εδάφους. Μεγαλούργησαν τα ταλέντα των Κάτω Μερών σε ΄κείνο το γήπεδο και είχαμε περάσει άπειρα καλοκαιρινά απογεύματα παρακολουθώντας ποδοσφαιρικές αναμετρήσεις, με μπόλικο αέρα που έκανε τα πράγματα ακόμη δυσκολώτερα. Οι νεώτεροι, πάλι, θα θυμούνται τον χώρο σαν χωματερή, σαν νεκροταφείο ηλεκτρικών συσκευών και αυτοκινήτων, σαν ένα σκουπιδότοπο στερεών αποβλήτων. Το καλό είναι, όπως βλέπετε και στην φωτογραφία πως ο χώρος έχει καθαριστεί πλέον και έπαψε να είναι μια ντροπή για όλους μας. Τρείς ανεμόμυλοι λοιπόν, του Καραμελλά, τ ου Μπενιντέ, και του Ζαχαρ ία Αρμάου, που είναι χαρακτηριστικά δείγματ α

ΚΟΥΚΛΑ ΜΟΥ ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ...

Εικόνα
Ούτε JUMBO , ούτε τίποτε τα χρόνια εκείνα...  Και τα παιδιά, σαν παιδιά, έπρεπε να τόχουν το παιχνιδάκι τους, να μπορούν να παίξουν. Από μικρά στον αγώνα τής οικογένειας, να βοηθούν όσο μπορούν στα χωράφια, στο άρμεγμα, στα θελήματα, να φυλάνε τα μικρότερα αδέρφια όσο οι γονείς έλειπαν στο χωράφι, να συγυρίζουν όσο μπορούν το σπίτι, να γεμίζουν τα κενά.  Μα το παιχνίδι δεν μπορεί και δεν πρέπει να λείπει απ΄ το παιδί.  Μένουν κουσούρια στην ψυχή όσων δεν έχουν παίξει αρκετά όταν έπρεπε ή όσων βιάστηκαν να κάνουν ότι μεγάλωσαν. Μπερδεύεται τότε η σοβαρότητα με την σοβαροφάνεια και η ζωή γίνεται λαβύρινθος απ’ όπου δεν βγαίνεις με τίποτε.  Είναι η κατάσταση που περιγράφεται σε πολλά παραμύθια, μα πού να καταλάβουμε εμείς οι μεγάλοι πως τα παραμύθια χτυπάνε το σαμάρι για ν’ ακούσει ο γάιδαρος , λένε στα παιδιά τί να περιμένουν απ΄την ζωή, ενώ ταυτόχρονα θυμίζουν στους μεγάλους σε ποιό σημείο χάσανε το μονοπάτι. Ουσιαστικά, όλοι παιδιά μένουμε για όλη την διάρκεια της