Άμα στάξει ο πλάτανος
"Ερχόταν η Λουκία κι΄ άφηνε τις παραγγελίες κι ακουγόταν και η μουσική απ΄τους πλανόδιους και μυρίζαν από δίπλα κάτι αρνάκι με καπαμά που φτιάχνει και νόμιζα πως πάει εδώ τώρα δας είναι που θα τρελλαθώ, μα συνεχίζω και βάζω μερίδες γαλακτομπούρεκο και γλυκό του κουταλιού μαζί με τους διπλούς ελληνικούς και γίνεται αυτή η φασαρία αντίς για σκοτούρα πάει και γίνεται μια μελωδία και λέω ζεν φίλες μου αυτό είναι το ζεν, μέσα στην κουζίνα ντάλα Οκτώβριος να μη λέει να χειμωνιάσει και σταμάτησα το παγωτό κακώς, ντάλα Οκτώβριος να χαίρεσαι απ΄τη μια κι΄απ΄την άλλη αυτοί που τους πουλάς καφέδες να είναι σκεφτικοί γιατί δεν βρέχει και τι θα κάνουν και πότε θα σπείρουν, μα δε σταματάνε να γελάνε και να χτυπάνε τα πούλια που τώρα μου φαίνονται διαφορετικά γιατί παληά μ’ ενοχλούσε και έλεγα έτσι θα χάσω το μυαλό μου από μια παρτίδα φεύγα ή από κείνη την πρέφα που ούτε κατάλαβα ποτέ πώς παίζεται ούτε και θέλω μα με τσαντίζαν τόσο άμα μου λέγαν δε πειράζει εσύ δεν είσαι για τέτοια. Ουφ.