Αναρτήσεις

Στου Μπερνίτσα το ζαχαροπλαστείο...

«....Λέει ο Θωμάς, ν ανέβεις στην Αθήνα, όλο και κάποια δουλειά θάβρεις. Δέκα ώρες Τήνο-Αθήνα έκανε το καράβι τότε. Κατάστρωμα, βροχή, δεν άντεχα την κλεισούρα του αμπαριού, μαθημένος απ΄το έξω. Φτάνω στον Πειραιά, κόσμος κακό , φασαρία, σάστισα, μούρθε να ξαναμπώ στο καράβι τα μπρος πίσω για το νησί. Με τα πολλά κατέβηκα, πάτησα πόδι στην προκυμαία, βρήκα ένα κάρρο με πήγε ως το σαπουνάδικο που ήταν στην Πειραιώς, από ΄κει τόκοψα με τα πόδια, έφτασα στου Φρατζέσκου τον καφενέ στην Κουμουνδούρου.  Τι χαμπέρια μου λέει, δουλειά του λέω δεν έχω και δεν θέλω να φύγω για πέρα, γιατί τότε όλοι φεύγαν για την Πόλη ή για τη  Σμύρνη να πα΄ να δουλέψουνε σε σπίτια μαγέροι και καμαριέρες. Δεν άντεχα να φύγω, έβλεπα διαβατήριο και μ΄έπιανε τρέμουλο, να θέλω σφραγίδα για ναρθω πίσω, ν΄ακούω βιολί νησώτικο και να τρέχουν ποτάμι τα μάτια μου, δεν ήθελα.  Είπα πάω στην Αθήνα κι΄ας κάμω ό,τι βρω, θα σούρνομαι, μα στα ξένα δεν πάω. Ο Φρατζέσκος είχε γνωριμίες, μου λέει άσε τον μπόγο κει στη γωνία, μ
Χειρόγραφο παληό, φθαρμένο, από το Μέγα Κάστρο μαζεμένο a.d. 1543 TO T ΡΑΠΕΖΙ ΣΤΗΝ ΤΑΒΕΡΝΑ Για ένα τραπέζι στην ταβέρνα εχτές το βράδυ στήθηκε καυγάς. Σε ποιόν ανήκε τέλος πάντων το τραπέζι στην γωνιά σιμά στο παραθύρι… Ο ένας είπε ‘πρώτος τόδα’ ο άλλος ‘ πρώτος ήρθα’ ο τρίτος ‘ πρώτος ήμουν.’ Ακούνητο εκείνο τους εκύτταε -κυττάνε τα τραπέζια..;- λερό τραπεζομάντηλο ντυμένο π’ απάνω χέρι θυμωμένο ο εκάστοτε ομιλητής εκτύπαε. Χορόν αστείο τα ποτήρια, τα μαχαίρια, τα λοιπά των παγεμένων τώρα δα εστιασθέντων είχαν αρχίσει με ρυθμό των διεκδικούντων το θυμό. Κουδούναγαν σαν φόντο στις φωνές, που, ποιόνα λόγον είχαν, λές..; Τίνος θα ήταν τελικά το τραπεζάκι στην γωνιά… Για ένα τραπέζι λέω, στην ταβέρνα οπου στήθηκε καυγάς... Βάλε κρασί κόκκινο, κέρνα, να σου τελειώσω, να σου πω. Θα τόχεις δει το καπηλειό στον πάνω δρόμο της πέρα γειτονιάς. Κάθεται ο ένας σαν πασάς και παραγγέλνει